Στέκουν απέναντί μου
πράο παράδειγμα λαμπρό.
Αιωρούνται
ήσυχοι άγγελοι
μ΄όλες τις απαντήσεις.
Βούδες χρυσοί
δεν έχουν τίποτε
να αποδείξουν
οι καλοί.
Κι εγώ ανάπηρη
βγαίνω τις νύχτες πίνω γαμιέμαι ουρλιάζω είμαι.
Κουτσαίνω την κακία μου
μέσα στο σύμπαν τους
έκπτωτη
όχι στα μάτια τους (αυτοί ποτέ δεν κρίνουν).
Να πάρω μια χατζάρα να τελείωνουμε.
Άμεσες λύσεις.
Καθαρές,
Ή αυτοί ή εγώ.
ΙΙ
Μυτιλήνη, 21/11/2007
Ξενοδοχείο «Σαπφώ»
Δωμ. 301
Ναι ναι ναι. Το Αιγαίο.
Μου πιπιλάς το μυαλό
λες ξανά ξανά ξανά
περί ασημένιων ποιημάτων και τοίχων ασβεστωμένων
κοριτσιών με κοχύλια και βοστρύχους και νερατζιές που ανασαίνουν βαθιά
να δείξουν τη λαχτάρα να αγγίξουν τα κορίτσια
που πάει να πει
ότι γουστάρεις ΝΑΙ γουστάρεις πολύ, καυλώνεις δηλαδή, μ΄εκείνην τη
μικρή πράσινη θάλασσα
να την κοιτάς να κατεβαίνει δυο δυο τα σκαλιά με το καλάθι της και το σκυλί στο πλάι
να σηκώνεται σε κάθε βηματισμό ελάχιστα το ελάχιστο φόρεμά της.
Ναι. Τη γουστάρεις.
Και ναι. Το Αιγαίο.
Παρατάω
το βιβλίο σου στην άκρη του κρεβατιού.
Τεντώνομαι.
Κοιτάζω
το βαρύ κορμί μου.
Κάνει ζέστη σήμερα. Δεν την ξέρεις εσύ τη ζέστη αυτή.
Καινούριο φαινόμενο. Φαινόμενο θερμοκηπίου.
Πώς να στην περιγράψω; Πώς θα έγραφες εσύ περί αυτής;
Το κορμί μου είναι όμορφο.
Το ψιλαφούν τα χέρια μου.
Κι ας τρέχει ο ιδρώτας
όμορφο
είναι.
Κι ας μην είμαι πια
μικρή πράσινη θάλασσα
όμορφο
είναι.
Κι ας μένω στα τσιτωμένα Εξάρχεια
όμορφο
είναι.
Κι ας μην έχω πάει ποτέ στην ΑμοργόΜήλοΜυτιλήνη σε όλα του Αιγαίου που προτείνεις όμορφο
είναι
το κορμί μου
κι ας μην πρόλαβες να το δεις να το μυρίσεις να το γλείψεις να το βάλεις
σε ένα κάποιο ποίημά σου
έστω από εκείνα που έκρυβες στο συρτάρι
όμορφο
είναι.
Δίνω μία γερή κλωτσιά στο χοντρό
βιβλίο σου
κουτρουβαλιέται στα πλακάκια του δαπέδου
φτάνει ίσα με τη στοίβα τις σκονισμένες εφημερίδες.
Σηκώνομαι αργά. Φτιάχνω φραπέ γλυκό με γάλα. Ρουφάω
το κόκκινο καλαμάκι.
Χώνω το δάχτυλο στο όμορφο κορμί μου.
«Γαμώ το Αιγαίο σου, γαμώ.
Χάθηκε η ζωή μου.»
ΙΙΙ
Μετράω το δωμάτιο. 4x5.
Με τη μεζούρα της μάνας μου (ράφτρα ήτανε – η μάνα μου ήτανε ράφτρα).
Και το κρεβάτι. 1,6x2. Ίσα που.
Κουρτίνες πφ! βρωμάνε.
Η μάνα μου θα είχε βγάλει χλωρίνη. Και σαπούνι. Σπιτικό.
Θ’ ανέβω και θα τραγουδήσω
καθάριζε πατάτες
5 χρονών
τριβόμουν στην ποδιά της (δαντέλα κάτασπρη – χέρια σκληρά)
τσουβάλια πατάτες (παιδιά 8, άντρας 1, πεθερικά 2)
γλυκές πατάτες (χώμα βροχής, αέρας, άνοιξη)
τηγανιτές (λάδι, φωτιά, καμινάδα να μην τραβάει καλά γκούχου γκούχου)
στο πιο ψηλότερο βουνό
«Άνοιξε κανά παράθυρο, βρε αχαϊρευτο!»
ν΄ακούγεται στην ερημιά
έτρεμα μη χαλάσει
η φωτιά φου-φου
φύσαγα το φυσοκάλαμο
έσπρωχνα τη μασιά
5 χρονών
τραγούδαγε εκείνη
φου-φου
5 χρονών
ο πόνος μου με τη πενιά.
φου-φου-φου-φου
Η γειτόνισσα την μάζεψε.
Δίπλα στο άλογο τη θάψαμε (αγαπούσε).
Μαζί με τα ραφτικά (κλωστές βελόνες δαχτυλήθρες αγαπούσε).
φου
φου
Σήμερα 35. Χρονών.
Μετράω. Το δωμάτιο: 4x5.
Θα ‘ρθει.
Θα τη γαμήσω.
50 ευρώ. Πουτάνα!
3 σχόλια:
Μονάχα να πω ότι ευχαριστώ.
Μαίρη
να είστε καλά .......
Να πάρω μια χατζάρα να τελείωνουμε.
Άμεσες λύσεις.
Καθαρές,
Ή αυτοί ή εγώ.
Δημοσίευση σχολίου