Τι ζήτησα;
την αγκαλιά σου ζήτησα
αυτήν την ξεπεσμένη αθωότητα
στο σουλάτσο του δρόμου
σε μια γωνία
πίσω απ΄ τον κάδο σκουπιδιών
εκεί κάπου στη ζούλα
στην πλατεία Αριστοτέλους
ανάμεσα από χνώτα και ιδρωμένες μασχάλες
μέρα μεσημέρι
και ο πλανόδιος πωλητής με τα μαύρα γυαλιά
να κόβει κίνηση
τι ζήτησα;
να ανακατευτούμε
μες την απλωμένη γλώσσα
των αισθήσεων
μπροστά απ΄ τα γδαρμένα σκηνικά της αφόρητης αναμονής
στου ενός λεπτού την ακριβή ώρα
Αδειανά τα χέρια
τρύπια η καρδιά
κι η φωνή ξεκούρδιστη
άγρια αποτυπώματα
πατάνε το στήθος
γέρνω στα σπλάχνα μου μέσα
και τρώω
μικρά χαρτάκια από στιχάκια
ένδοξων λυγμών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου