Μέσα στη χούφτα μου έχτισα ένα μικρό νησί,
στέρεοι βράχοι οι ρόζοι μου κι απάνω του εσύ,
ν’ αγνάντευες τα πέλαγα απ’ τις άκρες των δακτύλων μου
να χαίρεσαι και να γελάς και να ‘δινες ζωή.
μ’ αισθήματα οι τοίχοι του, και χρώματα της γης,
κι απάνω στη γραμμή ζωής, άφησα μονοπάτι
πνιγμένο με ‘σε γιασεμιά και φως μιας αστραπής.
Στην άκρη της παλάμης μου, έφτιαξα λιμανάκι
ανάμεσα σ’ αντίχειρα και δείκτη ασφαλισμένο
έναν προβλήτα από καημούς και βράχους κοφτερούς
να σταματάει τον άνεμο, το κύμα το αγριεμένο.
Με στην ψυχή μου έσπειρα το όνειρο μιας πατρίδας,
ψηλά παραθυρόφυλλα, μπρούντζινες κλειδαριές,
από τις γρίλιες έμπαινε το φως μιας ηλιαχτίδας,
και στην κουζίνα σκόρπιζαν άρωμα οι λιχουδιές.
Με στην καρδιά μου έκλεισα ποτάμια από ελπίδες
στόχους ζωής που χάθηκαν και δεν θα ξαναβρώ
μέρες γεμάτες όνειρα, στιγμές σαν καταιγίδες
με μάχες πάντα αμφίβολες, και κόντρα τον καιρό.
Στις προσευχές μου ζήτησα ν’ ακούσεις τη φωνή μου
μέσα απ’ τις αχανείς γραμμές της τηλεφωνικής,
να νοιώσεις την ανάσα μου, να δεις την αντοχή μου,
φάρο της νύχτας, σύμβολο, σκοπό μιας νέας αρχής.
Η ομίχλη τούτων των καιρών σαν πέπλο φαντασίας,
σκέπασε ότι είχαμε κερδίσει απ’ τη ζωή,
σε θέλω με την λάμψη σου το χάος της απουσίας,
να σβήσεις απ’ τη σκέψη μου, για μια μικρή στιγμή.
Καράβι αρμάτωσα για σε μ’ άσπρο πανί ανοιγμένο
και κωπηλάτες ικανούς για τρυφερά ταξίδια,
το λιμανάκι το μικρό λαμπαδοφωτισμένο
κι εγώ φιγούρα γραφική να καρτερώ τα ίδια.
Το πέλαγος απλώνεται ως τη γραμμή του ορίζοντα
κι απάνω του συμμετρικά, μικρές λευκές κουκίδες,
άσπρο πανί δεν φαίνεται, μόνο χρώματα ιριδίζοντα
απ’ τ’ αφρισμένα κύματα που φτιάχνουν οι ηλιαχτίδες.
Άδικα όπως φαίνεται την καρτερώ στο μόλο,
χαμένες πήγαν οι ατέλειωτες ώρες της προσμονής
δεν θα ‘ρθει κι ας θυσίασα, ψυχή, το βιος μου όλο,
κρατώ για πάντα τ’ όνειρο και μην με λησμονείς…
…………………………( Ποιητική συλλογή ΣΚΙΕΣ )
……………………………Χρήστος Κουκουσούρης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου