το ζέσταινε ο ήλιος πριν τη δύση του.
καθώς προς το ξέφωτο στρεφόμουν
ένα αλεπουδέλι το ‘βαλε στα πόδια να χωθεί
στις φτέρες του βουνού.
είχαν πια ωριμάσει τα βατόμουρα. τα τσάκωνα
από το άλογο και τα ‘χωνα δυο-δυο στο στόμα.
καθένα είχε τη δική του γεύση.
ακόμα και τα διπλανά. πιο ξινό. πιο γλυκό.
γλυκύπικρο.
βρήκαμε κούμαρα κοντά στη θάλασσα.
στην παραλία κάτω από τα δέντρα ο ύπνος
το θυμιατό της ηδονής
μας βάραινε τα βλέφαρα.
μη φεύγεις Όνειρε από τα μάτια μου
και μη μ’αφήνεις στον Ύπνο μόνη
θέλω για λίγο απόψε μαζί σου να πετάξω
πάνω από στεριές και από νερά
πάνω από θάλασσες και από βουνά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου