Ηπια κι εγώ
λέμε συχνά τις νύχτες
από ετούτο το ποτήρι σου Αφροδίτη ήπια κρασί
ήπια νερό αλλά
κυρίως αυτό
πικρό φάρμακο της λήθης εσένα πιο συχνά σε πίνουν
οι εραστές του έρωτα οι εραστές του απόλυτου
ακόμα μαδώντας μαργαρίτες με άσπρα στο κεφάλι μαλλιά:
μονόλογος της μαργαρίτας μονότονος
στο δεν πέφτει πάντα το τελευταίο της απάντησης πέταλο
-δεν- μ' αγαπά
σκυφτοί πάνω στο νέο κομμένο λουλούδι
τραβάμε ξανά παραπατώντας δύο-δύο με φόρα τα πέταλα
το δρόμο δεν κοιτάμε μόνο τραβάμε
-δεν- μ' αγαπά
ίσως από την βιάση ένα πέταλο να ξέπεσε
ακόμα κι αν μ' αγαπά -δεν μ' αγαπά
είπες:
είμαι ακόρεστη αυτή η αγάπη δεν αρκεί
θέλω την άλλη όπως
να δίνεις την καρδιά στα χέρια
στο φως την φωνή σου από μέσα βαθιά
με χώμα όπως
βγαίνει στην άκρη λεπτών τεθλασμένων ριζών
χαμομηλιών
συνδέσεων γης με τα λευκά κυνηγημένα γρήγορα νέφη
της ύστερης άνοιξης
πάρε πάρε
πάρε
από μέσα βαθιά ως τον ουρανό είμαι δικός σου
περιμένω εις μάτην ξανά να σου πει
(εις μάτην αφού
τώρα αδιάφορα στην παραλία χαζεύει
νέο υλικό για αυνανισμό
στο μακρινό απλησίαστο επιθυμητό
μίας άγνωστης σώμα)
εις μάτην αφού
έχει ξεχάσει από καιρού:
τι σημαίνει το άλγος
να θέλει τόσο την ψυχή σου
όσο και το κορμί σου
για αυτό οι μύθοι είναι μικροί
«ένας θεός πόθησε μία θνητή
την κυνήγησε την συνάντησε την
γάμησε την γκάστρωσε
όταν αυτή τον αγάπησε
εκείνος την ξέχασε»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου