Πουλιά των μακρινών καιρών
κι΄ ένας μακρόσυρτος μες την καρδιά μου πόνος να οργιάζη.
Ν΄ ανθέξω τον παρατεταμό της νύχτας
καθώς σιγαλινά απ΄ το χρόνο μ΄ ανακόπτουν
τ΄αθέλητα μάτια της καταιγίδας.
Κι ύστερα
μες τ΄ αυγινά ακρογιάλια να πνιγώ στην παρανάλωση.
Γνώρισα την αγάπη ακδιώχνοντας
ανακαλώντας τους ιριδισμούς της Πούλιας
θρυμματίοντας βράχους οκνούς της ψυχής μου.
Κι η θάλασσα η συντρόφισσά μου
μες τις μεταλλαγές της ανημποριάς μου
αγνοώντας το τραγούδι με παράτησε.
Κύριε, θεέ της ψυχής μου
ενθάδε κείται τ΄ άυλο παραμύθι της ποίησής μου.
Αηδόνι ερωτικό της φυλής μου εισάκουσέ με
ακολουθώντας τις φθινοπωρινές υποστολές των βουνών
κι έλα να με πάρεις, να με πάρεις
καθώς τα γαλανά ρυάκια των αστερισμών
θα πλαταίνουνε τις θάλασσες.
Ω θεέ μου, να πεθάνω έτσι
κι΄ ας χαθούν ολόγυρά μου οι μνήμες
κι΄ οι πληγές του Σύμπαντος.
....
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου