για τις κόρες της Εκάτης.
Τις έφεραν απʼ το βορρά
στο τέλος του μηνός.
Τις είχαν δείρει,
σαν νάτανε σκυλιά,
η πείνα τούς θάμπωνε το μάτι,
άφωνες περπατούσανε
στα δύο διπλωμένες.
Τις άφησαν σε μια χωματερή
σʼ ένα χωράφι άδειο από πουλιά
μʼ όλα τα δέντρα του καμένα
μαζί με τους γέρους που περίμεναν τον θάνατο
δίπλα σʼ ένα σπασμένο πιάτο
με ξύδι και ψωμί.
Τα χέρια τους έγλυψαν αυτές
τα πόδια, τα ρούχα, τα μαλλιά
για μια σταγόνα ξύδι.
Κι ύστερα τις έβαλαν να κάνουνε παιδιά,
πολλά παιδιά χωρίς όνομα,
χωρίς αξία, ανύπαρκτα,
κάτι σαν κρέας
όταν βγαίνει απʼ το χασάπικο,
για να είναι έτοιμα για τον πόλεμο
που θα έρθει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου