με δοκίμασαν οι δεινές περιστάσεις.
Φόβος, όχι γι’ αυτό που με περιμένει,
πιο πολύ για ότι αισθάνομαι.
Είχα δυο μεγάλες άσπρες φτερούγες
που ελαφρυά μ’ έπαιρναν.
Με σήκωναν απ’ τις δοκιμασίες.
Τώρα που βρίσκομαι; Πώς
με περηφάνεια φώναξα, πως γεννήθηκα
για ν’ αγαπώ κι όχι για να μισήσω;
Ποια έχει όρια η αγάπη;
Με περιμέν’ ο θάνατος και θρηνώ.
Το μαύρο σκοτάδι δεν είναι γύρω μου
o τάφος. Μέσα μου έχει θαφτεί
η λαχτάρα, που σ’ αυτήν πίστεψα
και στης θυσίας άκουσα την πρόσκληση
και την αξία της γνώρισα.
Έχασα την προσπάθεια, πολύτιμη,
που πίστευα, εμορφιά.
το κενό της ψυχής είναι η πιο βαρειά
συμφορά. Λόγια μιλάτε πολύτροπα,
για να την καταλάβετε, πως καμιά
παρηγοριά δεν μας φτάνει.
Φαντάσματα γίνονται τα αισθήματα
κι ο θάνατος αδιέξοδη φρίκη,
όταν απίστευτη γίνεται η αγάπη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου