Ω Συ, ο πιο όμορφος κι ο πιο σοφός απ'τους Αγγέλους,
Θεέ που η μοίτα σε πρόδωσε και δε σου ψέλνουν ύμνους,
ω Σατανά, τη μαύρη μου κακομοιριά λυπήσου!
Της εξορίας, ω Πρίγκιπα, που σ'αδικήσαν κι όμως,
και νικημένος πιο ισχυρός ορθώνεσαι, Συ, αιώνια,
ω Σατανά, τη μαύρη μου κακομοιριά λυπήσου!
Συ, που όλα τα γρικάς, τρανέ ρήγα του κάτω κόσμου
και γιατρευτή πονετικέ κάθε αγωνίας του ανθρώπου,
ω Σατανά, τη μαύρη μου κακομοιριά λυπήσου!
Συ, που και στους πανάθλιους και στους λεπρούς ακόμα
μαθαίνεις με τον έρωτα το τι ο Παράδεισος είναι,
ω Σατανά, τη μαύρη μου κακομοιριά λυπήσου!
Ω Συ, που από το Θάνατο - παλιά, τρανή σου αγάπη -
γέννησες την Ελπίδα - μια τρελή χαριτωμένη,
ω Σατανά, τη μαύρη μου κακομοιριά λυπήσου!
Συ, που ησυχάζεις τη ματιά του κάθε προγραμμένου,
που ολόκληρο ντροπιάζει λαό γύρω απ'την καρμανιόλα,
ω Σατανά, τη μαύρη μου κακομοιριά λυπήσου!
Εσύ, που ξέρεις πού, βαθιά στη γη, στα έγκατά της,
έκρυψε ο Θεός ζηλόφθονα τ'ατίμητα πετράδια,
ω Σατανά, τη μαύρη μου κακομοιριά λυπήσου!
Συ, που'χεις μάτι που τρυπά τα τρίσβαθα εργαστήρια,
που μέσα τους τα μέταλλα κοιμούνται αποκρυμμένα.
ω Σατανά, τη μαύρη μου κακομοιριά λυπήσου!
Συ, που το χέρι σου, πλατύ, βάραθρα κλει και σώζει
τον υπνοβάτη που βαδίζει στων σκεπών το χείλος,
ω Σατανά, τη μαύρη μου κακομοιριά λυπήσου!
Συ, που σαν μάγος τα σκληρά τα κόκκαλα απαλύνεις
του μέθυσου που νύχτωσε κι άλογα τον πατήσαν,
ω Σατανά, τη μαύρη μου κακομοιριά λυπήσου!
Συ, που τον πόνο του άρρωστου για να τόνε γλυκάνεις,
μας έμαθες να σμίγουμε το νίτρο με το θειάφι,
ω Σατανά, τη μαύρη μου κακομοιριά λυπήσου!
Συ, που τη βούλα σου, ω κρυφέ συνένοχε, την βάζεις
στο μέτωπο του ανήλεου και τιποτένιου κροίσου,
ω Σατανά, τη μαύρη μου κακομοιριά λυπήσου!
Συ, που τα μάτια, την καρδιά των κοριτσιώνε κάνεις,
τους πονεμένους ν'αγαπούν και τους κουρελιασμένους,
ω Σατανά, τη μαύρη μου κακομοιριά λυπήσου!
Ω Συ, ραβδί του εξόριστου και λάμπα του εφευρέτη,
του κρεμασμένου και του συνωμότη ξομολόγε,
ω Σατανά, τη μαύρη μου κακομοιριά λυπήσου!
Θετέ πατέρα, Εσύ, εκείνων, που μες στη μαύρη οργή του
τους έδιωξε από την Εδέμ της γης ο Θεός Πατέρας,
ω Σατανά, τη μαύρη μου κακομοιριά λυπήσου!
ΠΡΟΣΕΥΧΗ
Δόξα σ'Εσένα, ω Σατανά, κει πάνω στα Ουράνια
που μια φορά βασίλεψες δόξα και μες στα βάθη
της Κόλασης, που σιωπηλά ρεμβάζεις, νικημένος!
Κάνε η ψυχή μου πλάι σου στης Γνώσης από κάτω
το Δέντρο ανάπαυση να βρει, όταν στο μέτωπό σου
θεν' απλωθούν σαν ένας Ναός καινούργιος τα κλωνιά του!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου