Με χίλια βιολιά να παίζουν αληθινό ροκ,
Η νύχτα διπλή δίχως σταθμό,
Μ’ όλα τα μίλια της μηχανής και του χρόνου στο φουλ
Έλα, με το τζιν να ποτίζει το μεδούλι του νου,
Έλα στο σπίτι να γράψουμε τρελλά ποιήματα,
Θυμάμαι που μού το ‘λέγες τόσες φορές
Και σ’ άκουγα στο βάθος της πολυκατοικίας
Οδός Βασιλίσσης Όλγας 118,
Με τα πατζούρια κλειστά, μέρα μεσημέρι,
Για να μην μπαίνει το φως του καλοκαιριού
Στο πικ απ ο Σαχτούρης να διαβάζει ποιήματα
Και εσύ να μεταφράζεις τους απόβλητους ποιητές σου,
Μαγεμένος πίνοντας μαγεμένος ως το άλλο πρωί,
Με τη ζέστη να ξεραίνει τις λέξεις μας
Με το μαγιό εσύ, με τους πόρους σου ανοικτούς
Για να μπαινοβγαίνει ελεύθερα το σκοτεινό αλκοόλ της μοίρας
Με το τηλέφωνο κατεβασμένο,
Σε πόναγε το κουδούνισμα απ΄ το υπερπέραν,
Στο μικρό χολ οι εφέστιοι θεοί σου μαχαιρωμένοι
Με το στιλέτο που έκοβες τις σελίδες και τις φέτες της ζωής σου,
Τ΄ άδεια μπουκάλια στο πάτωμα, σφυρίχτρες του θανάτου,
Μου τελείωσαν τα τσιγάρα, μου τέλειωσαν οι στίχοι,
Έλα να γράψουμε άλλα ποιήματα
Έχω Johnie Walker σήμερα,
Με πήρες προχθές τηλέφωνο εδώ στο Μανχάταν,
Μου’ πες θα’ ρθεις Χριστούγεννα
Κι εγώ σε πήρα όπως πάντα στα σοβαρά,
Θα’ χουν μεγαλώσει πολύ τα γένια σου
Θα ‘ χεις γκριζάρει κι εσύ Αλέξη,
Θα πάμε βόλτα στην Πέμπτη λεωφόρο
Δε θα βρέξει καθόλου εφέτος, στ’ ορκίζομαι Αλέξη,
Δε θα λιώσουν πότε τα χέρια σου και τα ποιήματά σου,
Νόμιζα ότι σε είδα χτες στο δρόμο,
Ότι μου ‘ κάνες τάχα έκπλήξη
Κι έψαχνες να με βρεις στην πόλη.
Φώναξα, τράβήξα κάποιον απ’ τον ώμο
Γύρισε και με κοίταξε ένα μελαχρινό αγόρι
Είχε τα μάτια σου,
Αλέξη πάρε με στο τηλέφωνο
Για να χω έτοιμο το καλύτερο ουίσκυ που κυλλά εδώ
Θα φτιάξω και το μαγνητόφωνο για να μου διαβάσεις
Τα καινούρια σου ποιήματα, αυτά που λες
Τα «πέντε χρόνια στο σκοτάδι»,
Θα φτιάξω και το μικρό μου τρένο
Για να γυρίσουμε πίσω μαζί στην Σαλονίκη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου