«.. Θέρος αλίμενο, Φώς αθεράπευτο, Πόνος λαμπρός… Φωνή λιοντόκαρδη, Προγόνων σάλπισμα, Μαύρος σταυρός..»
Αυτά περίπου είναι για μένα Ποίηση..
γράφει ο Δημήτριος Γκόγκας
Από την πλέον ευχάριστες εκπλήξεις σε αυτό τον αποσπασματικό χώρο των γραμμάτων, την ποίηση, ήταν η επαφή μου με τον ποιητή και δοκιμιογράφο Αντώνη Περδικούλη. Και μιλώ για ευχάριστη έκπληξη γιατί με τον κο Αντώνη Περδικούλη, υπήρξαμε συμμαθητές στη Σχολή Μονίμων Υπαξιωματικών στα Τρίκαλα επί δύο συναπτά έτη. Αργότερα μετά την αποφοίτησή μας, ο καθένας τράβηξε τον δρόμο του. Ο ίδιος κάποια χρονική στιγμή, για τους δικούς του λόγους, αποσύρθηκε από την ενεργό δράση του στρατού και ακολούθησε το δύσβατο μονοπάτι της ποίησης. Αναφερόμενος σε αυτή του την διαδρομή επισημαίνει χαρακτηριστικά : «….μπορώ να πω, η πορεία με βοήθησε σε κάτι είναι ότι μου άνοιξε τα μάτια να βλέπω διαρκώς τις ανοιχτές πληγές μου, να πονώ διαρκώς, να ερωτεύομαι, αλλά και να χορταίνω την ψυχή μου με ελέη και γλυκασμούς.»
Ο Αντώνης Περδικούλης γεννήθηκε στην Λάρισα το 1964. Μεγάλωσε στην Αγυιά, όπου και τελείωσε τις εγκύκλιες σπουδές του. Πρωτοεμφανίστηκε στα Γράμματα τον Φεβρουάριο του 1980, με το έργο «Δέκα φιλήματα για συναυλία». Έργο που εκδόθηκε σε λιγοστά αντίτυπα. Ακολούθησαν αργότερα: «Αλισάχνη», «Γράμμα στον άνθρωπο από σταφύλι», « Ο Ξανθός Αύγουστος και η Ηλέκτρα», «Απόψε ο Αίολος κοιμήθηκε νωρίς», « Ο Αναχωρητής» και «Αόρατος Ήλιος». Ασχολήθηκε συστηματικά με το ποιητικό έργο του Τάκη Βαρβιτσιώτη, δημοσιεύοντας δέκα λογοτεχνικά δοκίμια σχετικά. Στα σημαντικό έργο του κυριαρχεί ο Ρομαντισμός και όπως ο ίδιος αναφέρει : «……η ρομαντική διάθεση εμποτίζει τις γραφές μου, εμφιλοχωρώντας ακόμα και στα κριτικά μου δοκίμια(!) και αυτός ο ρομαντισμός τις κατασφραγίζει..»
Κρίσεις και απόψεις για το έργο μου έγραψαν έγκριτοι Νεοέλληνες λογοτέχνες, όπως: Δημοσθένης Κόκκινος, Μιχάλης Σταφυλάς, Κώστας Σπανός, Δημήτρης Μητρόπουλος, Κώστας Μπεκιαρόπουλος, Δήμητρα Μπαρδάνη, Ηλίας Κατσάνος, Γ. Πολ. Παπαδάκης, Νίκος Ψημμένος, Άγγελος Πετρουλάκης.
1. Κύριε Περδικούλη εμφανιστήκατε στα γράμματα τον Φεβρουάριο του 1980, δημοσιεύοντας ποιήματα στην τοπική εφημερίδα «Αγιώτικα Νέα» και στο πολιτιστικό-ιστορικό περιοδικό «Θεσσαλικό Ημερολόγιο» . Από τότε μέχρι και σήμερα ακολουθείται τον δικό σας δρόμο και χαράζεται την διαδρομή σας στον κόσμο της Ποίησης. Από αυτό το ταξίδι του πνεύματος τις έχετε αποκομίσει; Πόσο συναισθηματικά σας έχει επηρεάσει; Που σας οδηγεί;
Α.Π: « Η Γλώσσα καράβι η Ποίηση ταξίδι..», γράφω κάπου στους «Μονολόγους Αυτοεξορίας» μου. Στον χρόνο τον πνευματικό, και όσο η ωραία διαδρομή διαρκεί, οι χορδές της ευαισθησίας σου δυναμώνουν και κάτι σαν φίλτρο μαγικό ποτίζει αστείρευτα την φαντασία σου. Βέβαια, ο χρόνος πέρα από πνευματικότητα κατακλύζεται από υλικά στοιχεία, από εμβολές της καθημερινότητας και μικροψυχίες. Αν όμως μπορώ να πω ότι όλη αυτή η πορεία με βοήθησε σε κάτι είναι ότι μου άνοιξε τα μάτια να βλέπω διαρκώς τις ανοιχτές πληγές μου, να πονώ διαρκώς, να ερωτεύομαι, αλλά και να χορταίνω την ψυχή μου με ελέη και γλυκασμούς. Με γέμισε χαρμολύπες, με άλλα λόγια. Μ’ εμπιστοσύνη λοιπόν αφήνομαι στο ένστικτο της Ποίησης, και είθε να με βγάζει εκείνη στ’ αλώνια άγριου βοριά ή σε ριψοκίνδυνα μονοπάτια ή ακόμα στο χείλος της αβύσσου. Παρακαλώ μόνο σε αγκάλη λιμανιού να μην με ρίξει ποτέ!..
2. Διαβάζοντας τα ποιήματά σας, θεωρώ ότι είστε ποιητής που ανήκετε στον ρομαντισμό. Άλλες φορές όμως η ποίησή σας εξάγει ένα υπέροχο λυρισμό. Θα ήθελα να σας ρωτήσω, εάν εσείς θα κατατάσσατε σε κάποιο λογοτεχνικό ρεύμα την γραφή σας;
Α.Π: Στα πρωτόλεια ποιήματά μου (1980-1982) φαίνεται καθαρά η επιρροή των μεγάλων υπερρεαλιστών πάνω στην γραφή μου. Στην εξέλιξη του ποιητικού αγώνα η μορφή της γραφής μου μετασχηματίζεται σε πιο συμβολική, ενώ πάντα κρατά πολλά υπερρεαλιστικά χαρακτηριστικά (ως και το 1987).
Με την συλλογή όμως « Απόψε ο Αίολος κοιμήθηκε νωρίς» (1988), η τεχνοτροπία αλλάζει, αφού η αδιάκοπη ποιητική άσκηση δίνει αμετάκλητα τόνους ωρίμανσης στον ποιητικό γραπτό λόγο. Με τον «Αναχωρητή», πολύ αργότερα το 2003, παρατηρείτε ίσως μια επιμονή μου να δέσω τον ελεύθερο στίχο με τον ομοιοκατάληκτο. Εδώ θα δείτε ποιήματα που απαιτούν μεγαλύτερη πειθαρχία στο μέτρο, στη μορφή, στη ρίμα, στις καλές παρηχήσεις όπως τα Σονέττα και τα Πάντουμ. Όμως την χρονιά 2006 νομίζω ότι αποκρυσταλλώνεται επιτέλους η έφεση και η αγάπη για τον Συμβολισμό.
Όμως έχετε δίκιο. Παντού η ρομαντική διάθεση εμποτίζει τις γραφές μου, εμφιλοχωρώντας ακόμα και στα κριτικά μου δοκίμια(!) και αυτός ο ρομαντισμός τις κατασφραγίζει. Θα’ λεγα λοιπόν ότι –αν μου επιτρέπεται κάτι τέτοιο- τοποθετώ τον εαυτό μου κάπου στα πεδία των Ρομαντικών Συμβολιστών, αισθανόμενος πώς είμαι τέκνο πνευματικό των Σαραντάρη, Βαρβιτσιώτη και Γεραλή..
3. Τα ποιήματά σας πως γεννούνται; Ποιες είναι οι πηγές έμπνευσή σας; Και πως βιώνεται αυτή την λειτουργία; Η γραφή ενός ποιήματος είναι μια λειτουργία για τον ποιητή;
Α.Π: Η πραγματική εμπειρία της γραφής είναι θαυμαστή, μυστηριακή, ασύλληπτη. Όταν τελειώνεις ένα ποίημα , μεταβάλλεσαι αυτομάτως από δημιουργό εν έργω σε δημιουργό εν παύσει. Είναι κάτι που σε γεμίζει από τη μια μεριά ικανοποίηση, όμως σε πλημμυρίζει αμφιβολίες από την άλλη. Γυροφέρνει πάντα στο μυαλό μου η ρήση του Ρουμάνου ποιητή Nikita Stanescu: « κάθε τελειωμένο ποίημά μου αρχικά πιστεύω ότι είναι μεγαλοφυές, λίγο αργότερα το βλέπω τρομερά αδύναμο, όταν το ξανακοιτώ αύριο μου φαίνεται εντελώς άχρηστο, για πέταμα.. Τα πιο αδύναμα ποιήματα τα βγάζω και τα πετώ.. Αλλά μήπως μπορώ να τα καταστρέψω όλα; Και αν τελικά κάνω λάθος;..»
Κοντολογίς αυτό που πρέπει να κυριαρχεί στο νου του ποιητή είναι η Ευθύνη. Κάπως έτσι έβλεπε κι ο Σολωμός ένα τελειωμένο ποίημα, που όλο βελτιώνεται ώσπου να ακουμπήσει την αρετή της αγγελικότητας.
Αυτή η διεργασία δεν θα μπορούσε παρά να ονομάζεται ιερουργία. Είναι ακριβώς η λειτουργία στην οποία αναφέρεστε, κύριε Γκόγκα.
4. Εκτός από πολύ όμορφα ποιήματα, σίγουρα θα έχετε γράψει και ποιήματα που δεν τα θεωρείτε αξιόλογα. Αναρτάται, βγάζετε στο φως και αυτά τα …. Δεύτερης διαλογής ποιήματα; Στο κάτω – κάτω παιδιά σας είναι και αυτά και τα αγαπάτε το ίδιο!
Α.Π: Ασφαλώς και υπάρχουν τα δεύτερης διαλογής ποιήματα που στενάζουν αφημένα σε μια γωνιά, στις σελίδες ενός χειρογράφου ή κάπου σ’ ένα συρτάρι. Το ένστικτο του δημιουργού τα θέλει εκεί, όχι σαν παιδιά απόκληρα, μα σαν κάποια που δεν μπορούν να σηκώσουν το βάρος της ευθύνης που φέρει η δημοσιοποίηση. Δεν τα βγάζω στο φώς, παρεκτός αν μια έκλαμψη του νου με οδηγήσει να το κάνω. Τότε μπορεί να τα ξαναπιάσω, να τους κάνω τρείς και τέσσαρες διορθωτικές γραφές, να τα περάσω από πραγματική δοκιμασία . Αν η διαίσθηση μου δείξει ότι έχουν κάτι να πουν, τότε χωρίς διλήμματα τους δίνω μια θέση στις σελίδες ενός περιοδικού ή μιας εφημερίδας..
5. Για να γραφεί ένα ποίημα, το πρώτο υλικό είναι οι λέξεις; Αποφεύγεται κάποιες λέξεις όπως ο …διάβολος το λιβάνι. Υπάρχουν απαγορευτικές λέξεις στον ποιητικό σας λόγο ή δεν τίθεται τέτοιο θέμα;
ΑΠ: Η Λέξη είναι το μεδούλι του ποιήματος. Αν αυτή μπορεί να κινεί τις χορδές των συναισθημάτων, να προκαλεί την συγκίνηση και να γοητεύει, τότε το ποίημα βρήκε τον προορισμό του. Γι’ αυτό λέω ότι η μορφή του πρέπει να είναι βυζαντινή, με την έννοια του ασκητικού και αναχωρητικού, δηλαδή στεγνή και όχι με τις παχυλές γραμμές της καλοπέρασης. Με άλλα λόγια, ένας πυκνόφυλλος λόγος, μια συμπυκνωμένη γραφή είναι πρωταρχικό κριτήριο για την καλή ποίηση. Τα άλλα κριτήρια είναι η ποιητική λέξη και η μουσική λυρική σκέψη. Όταν λέω «ποιητική λέξη», τι εννοώ ακριβώς; Την αισθητική και εξευγενισμένη της μορφή. Θα είμαι λίγο αφοριστικός σε αυτό:
Υπάρχουν λέξεις αντι-ποιητικές, που χαλάνε το πρόσωπο της Ποίησης. Γι’ αυτό οι ποιητές ας έχουν σαν έγνοια και μέλημα τον σεβασμό στη λέξη και κατά συνέπεια στη γλώσσα και την εκφορά της.
Άλλωστε η «καθαρή» ποίηση πού οραματιζόταν οι ποιητές της γενιάς του ’30 είναι αυτό το απλό που είχε πει ο Κωστής Παλαμάς: « Η αισθητική της Λέξης και η τεχνική δεξιοσύνη, αυτά είναι Καθαρή Ποίηση.. ένα και το αυτό..»
6. Η Ποιητική σας διαδρομή οριοθετείται; Έχετε επηρεαστεί από κάποιους ποιητές και ακολουθείται τους δικούς τους κανόνες ή έχετε μια ποιητική ταυτότητα που την βγάλατε εντελώς μόνος;
ΑΠ: Η ποιητική ταυτότητα αποκτάται, όπως καλά γνωρίζετε κι εσείς, με τον χρόνο, μετά από πάμπολλα διαβάσματα, ιδιαιτέρως ποιητικά, αλλά και πεζογραφικά, ακόμη και κριτικά. Όταν συνειδητοποίησα την έφεση και την κλήση (με ήτα) για τον ποιητικό χώρο, κάτι με τράβηξε προς τις μεγάλες μορφές των Γραμμάτων. Ήξερα ότι στα υψηλά υπάρχουν οι μεγάλες απαιτήσεις και κάτι τέτοιο με μαγνήτιζε προκλητικά να το δοκιμάσω. Ο Λουντέμης και ο Ρίτσος ήταν η αρχή. Έπειτα η συνεχής «επικοινωνία» με τους Καρυωτάκη, Λόρκα, Σολωμό, Παπαδιαμάντη και Χικμέτ μου έγινε δεύτερη φύση. Πολύ αργότερα ήρθαν οι Σαραντάρης και Βαρβιτσιώτης, αυτοί οι δυό πνευματικοί μου Πατέρες. Σε όλους αυτούς στήριξα το αδύναμο ποιητικό μου σώμα, σε όλους αυτούς –και όχι μόνο σε αυτούς—χρωστώ την ενσωμάτωσή μου στο ευσεβές σχήμα της Ποίησης.
Κάποτε ήρθε η δική μου προσωπική αποκρυστάλλωση, η ποιητική ταυτότητα, όπως ορθά λέτε. Για ένα πράγμα που με βεβαιότητα μπορώ να μιλήσω είναι ότι η ποιότητα στα διαβάσματα, στα πολλά ποιητικά διαβάσματα, και στις αναζητήσεις θα φέρει κάποια στιγμή αμετάκλητα και τον ποιοτικό λόγο της γραφής. Γι’ αυτό προανέφερα τα υψηλά ως στόχο, διότι η καλή μαγιά εκεί βρίσκεται, εκεί πνέει η πεμπτουσία της Τέχνης..
7. Με το έργο σας ασχολήθηκαν και διακεκριμένοι νεοέλληνες λογοτέχνες. Πήρατε ποτέ κακές κριτικές. Αν ναι πως αντιμετωπίσατε το γεγονός; Πως επηρεάζουν γενικότερα οι κριτικές την ζωή των ποιητών; Εσάς;
Α.Π: Μια κακή κριτική που έλαβα, θυμάμαι, στα πρωτοξεκινήμα-τα της ποιητικής πορείας— θα ήταν γύρω στα 1984—ήταν εκείνη του Θεσσαλονικιού συγγραφέα Περικλή Σφυρίδη, σε κάποια μακεδονική εφημερίδα. Λίγο ή πολύ , ο Σφυρίδης με «επέπληττε» σοβαρά γιατί, όπως έλεγε, πατούσα στα χνάρια του Ελύτη με τους υπερρεαλιστικούς μου τόνους, αλλά ακολουθούσα και το ύφος του Ρίτσου με την προσκόλληση σε επαναστατικούς στίχους. Η κριτική εκείνη ίσως και να με ωφέλησε. Αργότερα πολύ το κατενόησα.
Μα η λογοτεχνική κριτική , όπως και κάθε άλλη κριτική της Τέχνης, σε δυό πατήματα πρέπει να εδράζεται: πρώτον στην καλοπροαίρετη θέση της και δεύτερον στην ισχύ της ειδημοσύνης της. Τότε και μόνον τότε θα είναι ωφέλιμη, αλλά και απαραίτητη. Πάντως οι όποιες κριτικές δεν νομίζω ότι επηρεάζουν έναν ποιητή καταλυτικά, ίσως μόνον να τον κρατούν σε αφύπνιση , σε εγρήγορση. Οι κριτικές μπορεί να λειτουργούν και ως ένας «φάρος» για τη νυκτερινή μας πλεύση.
Η σημερινή Λογοτεχνική Νεοελλάδα χρειάζεται τους καλούς κριτικούς όσο ποτέ άλλοτε. Τους διαβασμένους, τους υπεύθυνους και μυημένους κριτικούς στο δύσκολο αυτό κεφάλαιο της Λογοτεχνίας, όσο και αν η υποκειμενικότητα είναι το στοιχείο απ’ το οποίο δεν μπορεί να ξεφύγει κανείς..
8. Ονομάζετε τον εαυτό σας ποιητή; Πως αισθάνεστε όταν ακούτε να σας αποκαλούν έτσι; Τι αισθάνεστε;
Α.Π: Αισθάνομαι την Ποίηση όπως και το αίμα που κυλά στις φλέβες μου. Είναι σαν να μην έχω αίμα, είμαι νεκρός χωρίς την Ποίηση. Αυτή την θαυμαστή και ανεξήγητη κατάσταση την παραβάλλω με τελετουργία του καλού πνεύματος ή ορθότερα την ονομάζω ιερουργία. Αυτή την Τέχνη της ιερουργίας, αν την σέβεσαι και ευλαβικά την υπηρετείς, μπορεί να σε εξυψώσει ως την αγγελικότητα, όπως προείπα.
Είναι μέγιστος τίτλος τιμής να σε αποκαλεί ή προσφωνεί κάποιος «ποιητή». Δε νομίζω ότι κάποιος άνθρωπος της γραφής και του πνεύματος μπορεί να ζητήσει για τον εαυτό του κάτι περισσότερο απ’ αυτό….
9. Πιστεύω ότι και στην Ποίηση δεν υπάρχει παρθενογένεση. Υπήρχαν περιπτώσεις που διαβάζοντας κάποιο ποίημα, λέξη ή λέξεις, στίχος ή στίχοι του, αποτέλεσαν την απαρχή ενός δικού σας ποίημα, αποτέλεσαν την πηγή έμπνευσης για την δημιουργία ενός νέου ποιήματος;
Α.Π: Ο σπόρος της Ποίησης υπάρχει φυτεμένος σε κάθε γεννημένο ποιητή. Όμως για να γίνει γονιμοποιός έχει να περάσει μια σειρά από δοκιμασίες που λέγονται καλλιέργεια γλώσσας, πολλά ποιητικά και ποιοτικά διαβάσματα, άσκηση στην γραφή, πολλές γραφές διορθωτικές μέχρι την τελική. Έπειτα, τίποτε δεν μπορεί να υπάρξει από παρθενογένεση, όπως ορθά επισημάνατε. Αν η Ποίηση δεν τραφεί με αίμα και με πνεύμα καλό, αν δεν διαβάσουμε πολλές άλλες ποιήσεις ποιητών, αν δεν βυθιστούμε από αγάπη στην απόλυτη μοναξιά για να γράψουμε, να σβήσουμε, να ξαναγράψουμε, ποτέ δεν υπάρξει ποιητική γραφή και δημιούργημα. Στην αντίθετη όμως περίπτωση, η Ποίηση θ’ αρχίσει να ξεπετιέται εύσχημη, ευωδιαστή, ανθοφορούσα.. Θα είναι η δική μας προσωπική ποίηση- που θα έχει εμβαπτιστεί στα νάματα άλλων μεγάλων ποιητικών έργων- το δικό μας προσωπικό ύφος, που σχηματοποιείται και αποκρυσταλλώνεται μες στον χρόνο. Έτσι συμβαίνει φυσιολογικά. Τότε μόνο μπορούμε να μιλάμε για μια Ποίηση δυνατή και ένθεη , η οποία θα μεγαλώνει δίχως να γερνά!!..
10. Υπάρχουν κλισέ στην ποίηση; Μπορούμε να βάλουμε παρωπίδες στον ποιητικό λόγο. Να κατευθύνουμε την γραφή; Ή θα πρέπει ο ποιητής να παραμένει εντελώς ελεύθερος;
Α.Π: Από την φύση της η Ποίηση είναι πνεύμα ελεύθερο και ζωντανό, το οποίο «όπου θέλει πνεί..» Είναι « λάλον ύδωρ..» ατελεύτητο. Ο λόγος ο ποιητικός ούτε φυλακίζεται ούτε αλυσοδένεται.
Οι ποιητές να έχουν υπόψη τους πάντοτε ότι φέρουν την μεγαλύτερη ευθύνη για την ακεραιότητα και διαφύλαξη της γλώσσας. Επίσης στις γραφές τους να μην πλατειάζουν, να μην είναι εγκεφαλικοί, να αποφεύγουν τις αντι-ποιητικές λέξεις. ΄Εχει σημασία αυτό και το υπογραμμίζω. Η γλώσσα του ποιήματος ας είναι εμποτισμένη στον λυρισμό και στην αισθαντικότητα. Η δε γραφή ας είναι κατά το δυνατόν πυκνόφυλλη. Είναι πολύ ζήτημα ασκήσεως αυτό βέβαια..
Οι ποιητές φέρουν τεράστια ευθύνη για να μην χαθεί η εθνική γλωσσική ταυτότητα. Να γίνονται οι ιχνηλάτες της « ατέρμονης ομορφιάς» και της « θαυμαστής αλιείας των λέξεων..». για να χρησιμοποιήσω τα λόγια του αγαπημένου ποιητή Τάκη Βαρβιτσιώτη.
Θέλω εδώ να πω κάτι για την ψυχή. Ό, τι γίνεται με την ψυχή και την ελευθερία είναι καλό, καρποφόρο, ευδοκιμεί. Ελεύθερα και εύψυχα, όπως θα λέγαμε εμείς, αγαπητέ κύριε Γκόγκα.. κι εσείς πολύ καλά με καταλαβαίνετε όταν μιλώ έτσι..
11. Μετά από όλα τα παραπάνω, επιβάλλεται να σας ρωτήσω, τι θεωρείται εσείς ποίηση;
Α.Π: Ασπάζομαι την πεποίθηση του Lucian Blaga - μάλλον ταυτίζομαι με αυτήν θα πω καλύτερα- ότι Ποίηση είναι ο λυτρωμός της γλώσσας, μέσα από το συναισθηματικό σφυρηλάτημα της λέξης. Επίσης συμφωνώ με τον Richards ότι «..Ποίηση είναι η υπέρτατη συγκινησιακή χρήση της γλώσσας..»
Στο ταπεινό ποίημά μου με τον τίτλο «Ποίηση», λέω κάπου: «.. Θέρος αλίμενο, Φώς αθεράπευτο, Πόνος λαμπρός… Φωνή λιοντόκαρδη, Προγόνων σάλπισμα, Μαύρος σταυρός..»
Αυτά περίπου είναι για μένα Ποίηση..
12. Ταξιδεύοντας στο παρελθόν θα ήθελα να αναφερθείτε στο πρώτο σας βιβλίο: «Δέκα Φιλήματα για Συναυλία»
Α.Π: Τα «Δέκα φιλήματα για συναυλία» είναι στην ουσία ένα μακροσκελές ποίημα, χωρισμένο σε κομμάτια, αλλά δεν αλλάζει πουθενά ούτε το ύφος ούτε η διάθεση. Γραμμένο μεταξύ 1979 – 80, εκδόθηκε σε ελάχιστα αντίτυπα στην Λάρισα, με την βοήθεια του πνευματικού ανδρός, καθηγητού φιλολόγου και συγγραφέα Δημ. Κ. Αγραφιώτη, όπως επίσης και την συμπαράσταση του Μορφωτικού Πολιτιστικού Συλλόγου Αγιωτών « Ο Μιλτιάδης Δάλλας». Ήμουν μαθητής Λυκείου τότε. Θυμάμαι που πήγαινα και μοίραζα ο ίδιος στα βιβλιοπωλεία, στις Πολιτιστικές Λέσχες, σε ανθρώπους που είχαν σχέση με τα Γράμματα, έστειλα αρκετά και στις ελληνικές κοινότητες του εξωτερικού. Περισσότερο εκεί είδα μια κάποια ανταπόκριση, στην Ελλάδα δεν ενδιαφέρθηκε κανείς! Εκείνος μόνο που στάθηκε δίπλα μου εξ’ αρχής ήταν ο Μιχάλης Σταφυλάς, διευθυντής κι εκδότης τότε της «Θεσσαλικής Εστίας» και μετέπειτα της « Πνευματικής Ζωής», ενός λογοτεχνικού περιοδικού σπουδαίου και σήμερα πανελληνίως.. Μόνον ο Σταφυλάς και ο Αγραφιώτης..
Τα «Δέκα φιλήματα για συναυλία» είναι γεμάτα από εξάρσεις συναισθηματικές, εικόνες βιωματικές εφηβικές, ήταν βλέπετε, οι υπαρξιακές ανησυχίες και η επανάσταση της νιότης. Εδώ κυριαρχεί το όνειρο, ο πόθος να εξαφανιστεί η αδικία, η φαντασία ενός καλύτερου κόσμου, αλλά πολύ περισσότερο ήταν τα πρώτα ερωτικά σκιρτήματα που κίνησαν τον οίστρο..
Τώρα πια, όταν ξαναγυρνώ στα ποιήματα αυτά και τα ξεφυλλίζω καμιά φορά, ως καθαρός παρατηρητής, ιδιαίτερη εντύπωση μου κάνει η ατέλειά τους από τεχνικής πλευράς, βλέπω τρομακτικές χασμωδίες, ελλείψεις αισθητικές, στίχο παραγεμισμένο και άλλα τέτοια ψεγάδια .. Βλέπω έναν υπερβολικό ενθουσιασμό, ο οποίος τότε μου φαινόταν φυσικότερος ίσως..
Όμως, σκέφτομαι, τι δρόμος δύσβατος και ανηφορικός ακολούθησε στα επόμενα 34 χρόνια από τότε έως σήμερα.. Για τούτο αισθάνομαι και μια νοσταλγία να με κατακλύζει ξαναβλέποντάς τα, ένας βαθύς συναισθηματικός κόμπος να με δένει, δεν γίνεται άλλωστε και διαφορετικά, αφού πρόκειται για δεσμό αίματος..
13. Αυτή την περίοδο ετοιμάζετε κάποια καινούργια ποιητική συλλογή; Κάποια συλλογή που θα δει τα φώτα της έκδοσης;
Α.Π: Φέτος έκλεισε η πορεία της χειρόγραφης ακόμα συλλογής μου « Τα Φώτα στα Νερά», που περιέχει ποιήματα γραμμένα μεταξύ 2006-2012. Από την συλλογή αυτή που ζητά εκδότη, τα περισσότερα ποιήματα έχουν δημοσιευτεί επανειλημμένως σε εφημερίδες και λογοτεχνικά περιοδικά όπως: «Πνευματική Ζωή», «Η Παρέμβαση της Κοζάνης», «Ελευθερία», «Φιλολογική Πρωτοχρονιά». Πρόκειται για την 8η στη σειρά ποιητική συλλογή.
Τώρα είναι εν πλώ η ένατη συλλογή μου «Θλίψης Τρόπαια», την οποία προτίθεμαι να κλείσω έως την ερχόμενη άνοιξη.
Υπάρχει στο νού η σκέψη για μια έκδοση απάντων των έως τώρα ποιημάτων μου με τον τίτλο « Σύνοψις Α΄».
Επίσης εργάζομαι το χειρόγραφο με αποδόσεις και μεταφράσεις « δέκα Ρουμάνων λυρικών ποιητών» στα ελληνικά από την ρουμανική γλώσσα.
Συνεχίζω την συλλογή κριτικών και φιλολογικών δοκιμίων για τους ποιητές Βαρβιτσιώτη, Καρυωτάκη, Σαραντάρη και Ν. Ποταμίτη, με τον γενικό τίτλο «Δοκιμές Αναπτέροντος Λόγου».
Έχω σχεδόν έτοιμη— θέλει μόνον μια διορθωτική γραφή την Ανθολογία με τίτλο «Τα Εκατό Ωραιότερα Ελληνικά Ποιήματα».
‘Έτοιμο έχω και το πόνημα «Δώδεκα Τροπάρια Αγίων για Βυζαντινή Μουσική», γραμμένα την περίοδο 2004-2012 σε γλώσσα αρχαία εκκλησιαστική, με όνειρο κάποιος να τους μελοποιήσει για ψαλμωδία.
Οι «Μονόλογοι Αυτοεξορίας» μου είναι ένα είδος «Ποιητικής». Ένα τετράδιο ανοιχτό, διαρκές έως θανάτου..
Στα σκαριά έχω μια συλλογή νέων ποιημάτων, που δεν ξέρω ακόμα τι θα φέρει. Ξέρω μόνο ότι θα απαρτίζεται από ποιήματα εξάστιχα με ρυθμό και πειθαρχημένο μέτρο.. Ούτε τίτλο γνωρίζω..
Το μεγαλύτερο όνειρο πάντως είναι να αξιωθώ κάποτε να συγγράψω ένα καλό Αναγνωστικό για παιδιά του Δημοτικού…
14. Διαβάζοντας το ποίημά σας : Ο Μ Ο Ρ Φ Ι Α: Σα να μιλώ στη θάλασσα/Των λυπημένων σου ονείρων/Απάνω σε πλάνο αγέρι/Υάκινθους και μπλέ νερά/Ρέει το φώς στην κόμη σου/ Όπου ορθρίζει ένα πουλί/ Υψώνουν βλέμμα οι χάριτες/ Λυώνουν στην τόση ομορφιά/Αμείλικτες οι λέξεις..
Δεν μπορώ παρά να σταθώ εκστασιασμένος απέναντι στους στίχους. Έτσι ονειρεύεστε την ομορφιά του κόσμου; Προφανώς δεν είστε ευτυχισμένος στον κόσμο που ζούμε/ζείτε. Αν μπορούσατε να πραγματοποιήσετε αλλαγές και να καταστήσετε όμορφους κόσμους, που θα στοχεύατε;
Α.Π: Η απάντηση στο ερώτημά σας αυτό εμπεριέχεται στο παρακάτω ποίημά μου, που έγραψα το 2013. Δεν έχω να προσθέσω κάτι..
Που τα’ όνειρο δεν γονατίζει
Απ’ του ζεστού καλοκαιριού
15. Κύριε Περδικούλη κλείνοντας, αυτή τη συζήτηση, θέλετε να συμπληρώσετε……
Α.Π: Οι άνθρωποι των Γραμμάτων έχουν τεράστια Ευθύνη. Να κρατήσουν ολοζώντανη την ελληνική εθνική μας γλώσσα, όλως ιδιαιτέρως, να την διαφυλάξουν από κάθε επιβουλή αλλότριων, να την σέβονται γράφοντας τη και μιλώντας τη ορθά, να ακολουθούν το πολυτονικό σύστημα γραφής και την ιστορική ορθογραφία.
Οι Ποιητές ας είναι οι Πρωτεσίλαοι, οι Βάρδοι, Οι Αχιλλείς, στον ωραίο αγώνα για τα πνευματικά ιδανικά και τις αξίες του Γένους, να σέβονται την Σημαία, τα ιερά σύμβολα και τα όσια, να καλλιεργούν την αισθητική στην Τέχνη, να επαναστατούν κατά του ραγιαδισμού, κατά του σκοταδισμού και κατά κάθε είδους υποδούλωσης.
Προσοχή προπάντων στην Ελληνική μας γλώσσα, αυτόν τον ανεκτίμητο θησαυρό μας! Αυτή είναι η εθνική μας ταυτότητα, να μην μας την αλώσουνε κι αυτήν!... Άς καλλιεργήσουμε έξυπνα κάποτε την εθνική μας συνείδηση, ή να αποκτήσουμε εθνική συνείδηση!. Η οικογένεια, η πατρίδα , τα ιερά και τα πατρογονικά μας άς είναι υπεράνω. Να είμαστε αξιόμαχοι και ετοιμοπόλεμοι απέναντι στην ελληνοκτονία που συντελείται εδώ και πολύ καιρό!
Και κάτι ακόμα, που δεν μου το ρωτάτε, αλλά αισθάνομαι την ανάγκη να το πω: Είναι κατεπείγουσα ανάγκη να διαμορφωθεί κλίμα ευημερίας στην Ελλάδα, να ανασκουμπωθούμε και εμείς οι ίδιοι οι Έλληνες, να αποφασίζουμε για τον τόπο μας. Πρέπει όλοι οι άνθρωποι να έχουν εργασία, να μην εξαθλιώνονται, η ανεργία φέρνει όλα τα κακά συναπαντήματα όπως τα τρία « Πι» που λέω, δηλαδή Πείνα, Πόνο, Πόλεμο.. Να πάψουμε να είμαστε ραγιάδες..
Επίσης η Παιδεία να ιδωθεί σαν το ύψιστο Εθνικό μας θέμα και έτσι να αντιμετωπίζεται.. Ποιοί είναι αυτοί που κατακερμάτισαν το δωρεάν Δημόσιο υγιές Σχολείο και θρέφουν την φροντιστηριακή «παιδεία»; Γιατί δεν μαθαίνουν στο Δημόσιο Σχολείο οι μαθητές επαρκώς και χρειάζεται να μάθουν στα Φροντιστήρια επί πληρωμή; Με τις ξένες γλώσσες δεν γίνεται το ίδιο; Γιατί το σύστημα (αυτό το απρόσωπο, όμως και τόσο γνωστό και επώνυμο), δεν δίνει Πιστοποιητικό ή Πτυχίο ξένης γλώσσας στον μαθητή του Δημόσιου Σχολείου; Τότε για ποιόν λόγο στο ωρολόγιο πρόγραμμα υπάρχουν τα Αγγλικά, τα Γερμανικά, τα Γαλλικά κλπ. Και γιατί παρακαλώ, πρέπει να μαθαίνουν ντε και καλά αυτές τις Αγγλοσαξονικές γλώσσες και όχι τις γειτονικές μας Βαλκανικές; Το δε πανεπιστήμιο πρέπει ν’ αλλάξει από την ρίζα. Φερ’ ειπείν, τελειώνει ο απόφοιτος Λυκείου, παίρνει το Απολυτήριό του (Μπακαλεωρεάτ) με τάδε βαθμό και μετά εκείνος επιλέγει την Σχολή ενός Πανεπιστημίου που επιθυμεί να φοιτήσει.. Ανάλογα με τον γενικό βαθμό που έβγαλε, η δείνα Σχολή θα μπορεί να τον δεχτεί, να τον εγγράψει και να γίνει φοιτητής, εφόσον μπορεί να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της Σχολής. Ακόμα αναφορικά με τις Στρατιωτικές Παραγωγικές Σχολές, η εισαγωγή των σπουδαστών σε αυτές θα πρέπει να γίνεται με ειδικές εξετάσεις, εντελώς ξεχωριστές από τις άλλες εξετάσεις, γιατί ειδικό και ξεχωριστό είναι το Στρατιωτικό Επάγγελμα- Λειτούργημα και δεν πρέπει να το ανακατεύουμε με όλα τα άλλα.. Έτσι όπως ορθά συνέβαινε έως και πριν από εικοσιπέντε χρόνια.
Αυτά και άλλα πολλά πρέπει ν’ αλλάξουν στην Εθνική μας Παιδεία... Αλλά μάλλον κινδυνεύω να απομακρυνθώ από την κεντρική ιδέα των ερωτημάτων σας..
Θα μου επιτρέψετε να σταματήσω την πολυλογία μου με μια ρήση, έναν λόγο αγαπημένο του Κ. Παλαμά, που τον ασπάζομαι κι εγώ:« Επίστευσα εις την ωραιότητα της Ποιήσεως ως την μόνη πραγματικότητα. Δεν γνωρίζω εάν έφθασα κάπου, αλλά και ούτε που ζητώ να φθάσω πουθενά..»
Αγαπητέ Κύριε Γκόγκα, σας ευχαριστώ εγκάρδια για την πρόσκληση και την φιλοξενία σας.
Σας εύχομαι επίσης ωραίες και εύψυχες ποιητικές δημιουργίες..
Και εμείς με την σειρά μα, τον ευχαριστούμε θερμά εκ βαθέων
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου