Α'
Κι' έφτασε ο θάνατος με το μαύρο του
δρέπανο
πάνω σε πολεμικά τανκς.
Ο θάνατος που διψά να θερίσει
αυτούς που κατόρθωσαν να επιζήσουν.
Β'
Τα χελιδόνια που έρχονται κάθε χρόνο στο
λιμάνι,
δεν έχουν που να φωλιάσουν,
πάνε και κάθονται πάνω στις ταφόπετρες.
Γ'
Το πεπρωμένο κι' αυτό του τριανταφύλλου
είχε όμως κάτι από το κεντρί της
τριανταφυλλιάς,
το χαμόγελο ήταν τον παλιό καιρόν,
λίγο πετρωμένο μόνο από το ψύχος,
της σημερινής βαρυχειμωνιάς.
Δ'
Κι η δική μας αντίδραση στο στροβίλισμα
κι' η δική μας περιστροφή,
σ' αυτό το πανηγύρι της περιφοράς,
τόσο αμετάκλητα περικυκλωμένοι,
για πάντα!
Ε'
Σ' αυτό τον εγκλωβισμό
σ' αυτής της πόλης τον εγκλωβισμό
έρχομαι από τις κάτω γειτονιές,
έρχομαι από τις κάτω γειτονιές,
έρχομαι από τις κάτω γειτονιές,
έρχομαι από τις κάτω γειτονιές,
έρχομαι από τις κάτω γειτονιές.
Στ'
Παράφορα,
σαν όργιο χρωμάτων που αργοσβήνουν
έπεσε πάνω μας αυτό το ηλιοβασίλεμα.
Τώρα όλα σκοτείνιασαν στην Κερύνεια.
Ο κύκλος της ποίησης έκλεισε.
Αύριο θα ξημερώσει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου