Αγαπημένη των ναυτικών σε πανσέληνο χρόνο
Κάθε φορά δωδεκαετής
Σχεδιασμένη με απλές γραμμές
Από την πίσω μεριά
Την αθέατη, στο χαρτί του κρεμασμένου
Σε λέξεις πρόστυχες ολόγλυκα χαμογελάει
Τις ντύνεται βαμμένες γαλάζιες
εμμονή στο χρώμα αυτό
στη ανοιγμένη σελίδα των ευχών βάπτισης
σε ονομάζω γαλάζιο
στον παλιό ποταμό Ζυγάκτη
στο κάθε λεπτό χιλιετίες πριν
η τρελή της αγοράς
διαδώσει για περιστέρια στα μαλλιά της μπλεγμένα
όποιος πιστεύει
στο ανοιχτό στόμα
μετάληψη
όποιος πιστεύει σε θαύματα νεότητας
μεταμέλειας
δαγκώνει κομμάτι χώμα το ανοιχτό στόμα
σκύλου που πεθαίνει
καθώς παθαίνει δαγκώνει να κρατηθεί
χώμα φυλάξου από το σκύλο
Τον τραβά στους θάμνους μη δει κανείς
η έφιππη αστυνομία των σύννεφων
ανιχνεύει παραβάτες
να σε λέω μπαμπάκα και συ να μυρίζεις τη σκυλίτσα μάνα μου
η έφιππη αστυνομία χάνεται στο διαμελισμένο γαλάζιο
Όταν κοκκινίσουν τα μάτια της δε προλαβαίνεις
Τα γαλάζιο γίνεται κόκκινο μαύρο
Η διάδοχος των θρόνων σε μετάλλαξη
Όπως τελειώνεις δε συγκρατείς λεπτομέρειες
Πόρτες που ανοιγοκλείνουν
Με σύντομο τρίξιμο
Ένα κομμάτι χαρτί είναι μόνο
Μια χάρτινη δωδεκάχρονη
Και μια ψυχή χάρτινη
Στις άλλες ανάμεσα
Φυλάξου από αυτή που μαζεύει ψυχές από χαρτί
Η βασιλεία της δεν έχει τέλος
Ο κολλημένος με τη θάλασσα λοστρόμος μάρτυρας
Εγώ γνωρίζω
Μέσα από τα νερά έρχεται
Από τη θάλασσα βγαίνει η νεραϊδένια γαλάζια
Τη συναντάς όταν θελήσει
Όπως τρελαίνεσαι είναι
πρόθυμα εκεί
Σε ζωές και θάλασσες πολλές
Το κόλπο ξέρει να περπατάει στο νερό
Παρακαλάς να στο μάθει
Κι αρχίζεις να βάφεσαι γαλάζιος
Πρώτα τα μάτια, τα δάχτυλα στη συνέχεια
το φάρο του ασθενοφόρου
Συμπτώματα όλα της αρρώστιας των ναυτικών
κι αυτών που σε παραθαλάσσια μέρη ζουν
αυτών που βλέπουν τη δωδεκάχρονη
στο τοίχο του δωματίου να χαμογελάει
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου