Σύννεφα μαύρα σκέπασαν το ομορφοφέγγαρό μου.
Ήταν ολόγιομο, λαμπρό, και φώτιζε την πλάση.
Μια καταιγίδα έρχεται, να πνίξει τ' όνειρό μου.
Η δόλια καρδιά μου, αγωνιά, είν' έτοιμη να σπάσει.
Η θεία μορφή του μάχεται, θωρώ το να παλεύει.
Από την μαύρη αγκαλιά, πάσχει να ξεμυτίσει.
Η καταχνιά είναι πυκνή, μοιάζει να το χωνεύει.
Δεν θα τ' αντέξω η σκοτεινιά, το φως μου να νικήσει.
Στέκομαι έξω, η δροσιά, ως το κόκκαλο τρυπώνει.
Μέσα, προσμένει η θαλπωρή,, ένα ζεστό κρεββάτι.
Μα εγώ δεν νιώθω τίποτα, το άγχος με τονώνει.
Για συντροφιά, αφού δεν μπορώ, να του προσφέρω κάτι.
Ξέρω, αν με βλέπει, δύναμη του δίνω και κουράγιο.
Δύσκολος είναι ο δρόμος του, και πρέπει να τ' αντέξει.
Σκέψου, σαλπάρεις για μακρυά, αγναντεύεις το μουράγιο.
Θέλεις κάποιον δικό σου εκεί, το δάκρυ σου πριν τρέξει.....
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου