ΠΡΟΛΟΓΟΣ
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΙΑΤΡΟΠΟΥΛΟΣ:
Η ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΗ
ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΑ
ΤΟΥ ΔΙΟΝΥΣΗ
ΒΑΛΛΙΑΝΑΤΟΥ.
* Στην ερωτική φιλολογία, υπάρχει ένας σταθερός κανόνας, που
ξεκινάει απ την ίδια τη φύση του ερωτικού φαινόμενου στη διαδρομή του
ανθρώπινου είδους. Όπου η εντολή για την διαιώνιση επαναλαμβάνεται ως ερωτική
πράξη-πρόταση-πρόκληση και κορυφώνεται στο πεδίο της ηδονής για να οδηγήσει τα
ετερώνυμα του είδους στην ελκτική τους ολοτελεΐωση, στην συν-εύρεση. Η βάση
αυτής της διεξαγωγής είναι το ένστικτο, που οδηγεί τον ανθρώπινο υπαρξιακό
μηχανισμό, στην εντολή που ήδη αναφέραμε.
* Αυτό όμως επισυμβαίνει με όρους καθαρά συναισθηματικούς. Η
λογική, η κρίση, η ανάλυση, η περίσκεψη και η νοητική και νοηματική
επεξεργασία, υποχωρούν, αφαιρούνται, απέχουν, ακυρώνονται προσωρινά.
Για ν' ανοίξουν έτσι,
δρόμο στην συναισθηματική έλξη, που ακολουθεί την σωματική υπόσχεση της ηδονής,
ως επαναληπτικής διαδικασίας, προκειμένου να λειτουργήσει ο νόμος της
διαιώνισης του είδους.
* Και, έτσι γινότανε πάντοτε αυτό. Απ' τον πρωτόγονο έμμεσο ή
άμεσο βιασμό της προκοινωνικής διαβίωσης του ανθρώπου, μέχρι και τα μοντέρνα
γραφεία συνοικεσίων και σχέσεων, στα οποία εξελίσσονται τα social
media
των ημερών μας, το συναίσθημα εισέρχεται στη νόηση και την ανακατεύει αναρχικά
και ανορθόδοξα…
* Ως εκ τούτου, και η ερωτική φιλολογία, ακολουθώντας τούτο
τον αδήριτο κανόνα, υποτάχτηκε στην συναισθηματική φόρτιση, που την αγιογράφησε
σε κλασικά έργα από την χαραυγή της ανθρωπότητας, συχνά ανεβάζοντας την σε
ύπατα επίπεδα καλλιτεχνικής έκφρασης, τόσο στην πεζογραφία, όσο και στην
ποίηση.
* Τι γίνεται όμως, όταν, αντίστροφα, μπαίνει το μυαλό στο συναίσθημα
κι όχι το συναίσθημα στο μυαλό; Πώς λειτουργεί ο νόμος αυτός και πώς
υλοποιείται και πραγματώνεται η εντολή, όταν ο ερωτευμένος «σκέφτεται» πάνω στο
αντικείμενο του έρωτα του, χωρίς φυσικά να απέχει από την δραματική εμπειρία
της ερωτικής σχέσης;
Ε λοιπόν, αυτή είναι
η περίπτωση του Διονύση Βαλλιανάτου και γι αυτόν ακριβώς τον λόγο δέχτηκα να
μπω στην διαδικασία ενός εισαγωγικού σημειώματος στην ποιητική συλλογή που
ακολουθεί.
* Έτσι λοιπόν, ο γνωστός κοινωνικός επιστήμονας και
ψυχοθεραπευτής, είναι φυσικό όταν μπαίνει στον χώρο της ποιητικής ομολογίας,
απολογίας αλλά και εξομολόγησης, να αναγκαστεί να διαλέξει, ανάμεσα στην
απόλυτη αυτοαναίρεση της κοινωνικής και επιστημονικής του ταυτότητας, ή
αντιθέτως, να στηριχτεί σ1 αυτήν, για να επιβιώσει εκφραστικά ως
ποιητής.
* Και οι δύο επιλογές αποτελούν ισάριθμες παγίδες. Στην πρώτη
περίπτωση καραδοκεί το μελό που διαλύει την σοβαρότητα της προσέγγισης και την
θεματική ευστάθεια του περιεχομένου των προτεινόμενων ποιημάτων, ενώ στην
δεύτερη πιθανή επιλογή, η εγκεφαλική έκφραση στεγνώνει και αφυδατώνει τον λόγο,
που θα μοιάζει πλέον ως δοκίμιο κι όχι καθόλου ως ποιητική υπαρξιακή μαρτυρία.
* Γι’ αυτό και ελάχιστες είναι οι περιπτώσεις σοβαρών
επιστημόνων που τα κατάφεραν και στον λογοτεχνικό στίβο. Συνήθως μάλιστα, οι
μεν λογοτέχνες τους αποκαλούνε γιατρούς και οι συνάδελφοι τους γιατροί, τους
αποκαλούν λογοτέχνες! Παραδειγματικά μόνο, αναφέρω, ότι ο Μανόλης Αναγνωστάκης,
(που όμως υπήρξε ακτινολόγος…) και οι ψυχοθεραπευτές Τάκης Π. Σινόπουλος και
Γιώργος Χειμωνάς (ο δεύτερος μάλιστα αυτοκτόνησε), πέρασαν αβρόχοις ποσί τις
δύο αυτές παγίδες, ανεβάζοντας σε αισθητά υπαρξιακό επίπεδο την λογοτεχνική
τους προσφορά…
* Τι συμβαίνει εδώ
λοιπόν, με τον Διονύση Βαλλιανάτο στο «ΤΑΞΙΔΙ
ΣΤΟ ΑΠΟΛΥΤΟ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑ»;
Ο Διονύσης επέλεξε
έναν τρίτο άξονα, αντιλαμβανόμενος προφανώς το αδιέξοδο
το να θεραπεύεις τις ψυχές των άλλων,
δηλώνοντας δημοσίως ότι πάσχει (από
ερωτικόν πάθος) η δική σου!
Θα τον βαφτίσω Άξονα
της Φαντασιακής Αξιοπρέπειας.
Και θα εξηγήσω αμέσως
τι εννοώ μ' αυτόν τον όρο.
* Η ποιητική συλλογή
που ακολουθεί είναι ένα μονοσήμαντο, μονοδιάστατο, μονοδρομικό ποιητικό αφήγημα, τεμνόμενο σε διαδοχικές και αναπτυσσόμενες εμπειρίες πάνω σε μια και μοναδική ανθρώπινη σχέση.
Κάθε ποίημα
προετοιμάζει το επόμενο το οποίο εμπεριέχει το αμέσως
επόμενο και ούτω καθ εξής. Μέχρι την τελική,
απόλυτη ομολογία-μαρτυρία του ποιητή.
* 0 οποίος όμως,
ξεκλειδώνοντας το ίδιο το υποσυνείδητο του και μάλιστα ενώπιον του αναγνώστη,
λειτουργεί ταυτόχρονα ως αυτοθεραπευόμενος ψυχοθεραπευτής. Σαν να κάνει ένα
ιδιωτικό σεμινάριο αποφόρτισης!
Αφήνεται σ' ένα
ερωτικό αφήγημα που δεν εκπίπτει ποτέ σε παραλήρημα και ενώ αποκαλύπτει αρκετά
συγκεκριμένες εμπειρίες, εντούτοις, δεσμεύει την ερωτική του προσδοκία στον φαντασιακό
χώρο. Και εκεί γίνεται αυστηρός κριτής και του εαυτού του και του ερωτικού του
αντικειμένου, επιδιώκοντας όχι την αυτοτιμωρία όπως θα έπραττε ένας υπαρξιακός
φιλόσοφος, αλλά την προσωπική του φαντασιακή αξιοπρέπεια ως σύμμαχον
δέος, πλάϊ στην παγκοίνως καταπιστευμένη κοινωνική του τέτοια…
* Και συχνά δίνει στίχους αυτής της
εσωτερικής σύγκρουσης:
«Αν έχεις πληγωθεί
πολύ,
έλα με τη φαντασία
σου σ’
εμένα…»
- Κι αλλού:
«Με μόνο σύντροφο
το φόβο,
δεν ζητάς συγγνώμη… λείπουν κι άλλα…
που ίσως δεν φτάνουν
για να με πείσουν,
να σ’ απαρνηθώ.»
- Κι ακόμη:
«Μόνος, χαμένος στο
χρόνο μου, περιμένω…
Μου είναι ευχάριστο
να ξαναβρεθούμε,
αλλά μια ψύχρα
έρχεται πάνω μου…
Ίσως είναι ο άνεμος…»
- Και τέλος:
«Νοιώθω την σιωπή,
την αγωνία όλων των ποινών…
Είμαι μια σκιά που
τρέμει…
Με γνωρίζω ελάχιστα..»
* Πού το πάει και πού πάει λοιπόν, ο Διονύσης; Κυνηγάει την
αιώνια αγάπη; Ανεβάζει στο ύψος μιας θρησκευτικής οπτασίας την αγαπημένη του;
Μέσα απ' αυτήν ψάχνει να περάσει «απέναντι» στο Μέγα Απόλυτο; Μήπως την
χρησιμοποιεί κι αυτήν (και την ίδια του την ποίηση) για να λυτρωθεί ο ίδιος από
«την αγωνία όλων των ποινών»;
* Ναι σε όλα αυτά και σ' άλλα αρκετά ακόμη… Που αποσκοπούν να
σηκώσουν όρθιο τον άνδρα που πολύ αγάπησε, να αποκαταστήσουν την αυτοεκτίμηση
του, να τον αττοπαγιδέψουν απ' το αδιέξοδο του πλανημένου έρωτα.
* Να γιατί το Φαντασιακό υλικό μιας αξιοδιαδρομισμένης ζωής,
αντλεί από την Αξιοπρέπεια του ποιητή, την υπαρξιακή του δικλείδα ασφαλείας.
Θέλει να επιστρέψει στον εαυτό του, τώρα που τον «διδάχτηκε» κατά τι
περισσότερο. Και φυσικά, τι ποιο αγωγιμότερο από έναν μεγάλο έρωτα θα
χρησιμοποιούσε για τιμόνι, στο όχημα της επιστροφής;
Είναι τελικά, ετούτη
η διαχρονική εκδρομή όλων των ποιητών, στο ιδανικό του γνώθι σ αυτόν, μέσα από
το: γνώθι τοις άλλοις…
* Μέχρις εδώ προσώρας, θέλω να μιλήσω για
αυτό το βιβλίο. Και θ’ ακουμπήσω σ έναν στίχο του ίδιου του ποιητή:
«Έγραψα όμως λέξεις
που δεν είναι λόγια…»
Κι αυτό το έκανα,
γιατί άφησα για το τέλος την πληροφορία για σας, ότι ο Διονύσης Βαλλιανάτος
είναι φίλος μου.
Να είστε καλά λοιπόν.
Και να διαβάσετε με προσοχή και δίχως ασπίδες
παρακαλώ σας, του φίλου μου την υπαρξιακή περιπέτεια.
Ο
Δημήτρης…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου