στο σκοτεινό σοκάκι
ένα παράθυρο ανοίγει το πρωί
τις φυλλωσιές του στον ήλιο
χρυσές βελόνες ραμφίζοντας
οι ακτίνες του φθινόπωρου
πλέκουνε στο πλακόστρωτο
τη μοίρα του γείτονα
που δεν είναι καλλίτερη
απ' τη δική μου.
γυρεύει ολοένα ν' αβγατίσει
με το φως της ημέρας
για να χωρέσουν οι νύχτες του χειμώνα
στις πλάτες του διπλανού έφηβου
που άρχισε ν' ανδρώνεται
κι απλώνει τα χέρια του
στ' όνειρο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου