με τις μπιγκόνιες του και τις κληματαριές να μιλούν
τα δρομάκια να ψιθυρίζουν αισθήσεις και Ιπποκράτη
τον ουρανό να κατεβαίνει στους εξώστες
και στα μπαλκόνια της εξαίσιας θέας
τότε είναι που με μαθαίνει να διαβάζω
να βλέπω από την αρχή ορίζοντες
πρόσωπα και μεγέθη του κάλλους – ή του μύθου
γιατί τίποτε δεν ζει μόνο του εδώ,
δεν χαίρεται παρόν, δεν χάνεται
μέσα στον εαυτό του σα να ήταν μονάδα –
ακόμη και το φως επιστρέφει από το παρελθόν
στα σπίτια, στα δέντρα ν’ αγγίξει το όνειρο του βίου
να διαμορφώνει μνήμη και γραφή.
Το Πυλί – όπως πύλη – δεν είναι χωριό
αλλά φρόνηση,
όριο της συμφιλίωσης των όντων
και των άλλων, που υποψιαζόμαστε
να ζουν ανάμεσά μας
και δεν ξέρουμε ακόμη τ’ όνομά τους.
Θα έρθω πάλι στο Πυλί
με το πρώτο πλοίο του Ιουλίου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου