(γραμμένο στη Σερβία)
Δύο κόρες που σε ράγισαν πολύπαθη καρδιά μου
εκεί, απάνω στου χωριού το πανηγύρι.
Δυο φλόγες που τις έβλεπε κι΄ο ουρανός κι΄αυτός ακόμα δάκρυζε.
Και μού΄λεγες βρε Λέανδρε πως χάλασα
Κι΄η αιτία; Δυο μάτια μαχαίρια ντυμένα τη θάλασσα
Μια Σερβοπούλα μπήκε στο μυαλό μου και σε μια στιγμή το σάλεψε.
Και άλλο που δεν ήθελε καταστροφή να γένει
με πήρε και το βλέμμα που ταξίδεψε στο άπειρο το μάγεψε.
Και τώρα που θα φεύγω μακριά σου
η θύμηση σου ελάχιστο σημάδι θα μου μείνει
Και κάπου αυτήν την όψη θα ξεχάσω.
Μα σαν θα αντικρίζω του Ξενοφώντα τούτη τη βουλή(την θάλασσα)
Το τελευταίο αντίο σε σένα που ούτε το όνομά σου ξέρω θα σου στέλνω
Και μού΄λεγες βρε Λέανδρε πως χάλασα
Κι΄η αιτία; Δυο μάτια μαχαίρια ντυμένα τη θάλασσα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου