Ω μαγεμένες πολιτείες του Ευφράτη, του
Δούναβη, του Νείλου, του Μισισιπή! Εσείς!
Ω φωτισμένοι δρόμοι της Παλμύρας!
Και δάση εσείς της ανεμόδαρτης ερήμου που
είναι ο κόσμος,
Πού βρίσκεστε λοιπόν;
Τα σκήπτρα σας των ευγενών, τα
Χρυσωμένα πέλματα των αγαλμάτων
(Αφού διαβήκατε το όριο της ηλικίας σας)
Αγάπησε ο ευγενής αιθέρας,
Τα πήραν μακριά
Το ρόδο, οι κύκνοι, το ελάφι.
Τώρα όμως
Κάτω απ' το γκρίζο σύννεφο που κάθομαι
Και στη σκιά της φτέρης, όπου
Γλυκά κοιμάται το σκουλήκι,
Όλα μου φαίνονται νεκρά, τα
Σύμφωνα των ποιητών
Σα να μην ήχησαν ποτέ.
Τώρα εσύ, και φωτεινή ημερούλα,
ο μόνος τρόπος που μου δόθηκε - και θα τον πω.
ότι γλυκιά λαβωματιά κι εχάρη η πάσα φύσις,
άλλο δεν ξέρω σκοτεινόν.
(πώς να διαβώ τη γιορτινή σιγή των ορισμών
και να μιλήσω άνοιξη; μα πώς;)
τη μουσική δεν την κρατώ, κι όμως
την εύχομαι αυτήν αγά-
πη μου, κι εσένα: το μέγα και παράφορο, δεν
το ‘λπιζα να ζήσω.
όσα παλιά, τις σκέψεις και φωνήεντα,
τα διαγράφω τώρα.
###
“Σας αποστέλλουμε το καθαυτό χειρόγραφο,
που ήλθε στα χέρια μας μετά από πολλούς
κινδύνους, τιμώντας έτσι την παράδοση
της περιώνυμης Σχολής σας.”
Ετούτα έγραψαν οι Γάλλοι.
Μετά από πολλούς κινδύνους βέβαια,
εφόσον η ιστορία του κώδικος
κρατάει παλαιόθεν. Συνοπτικά αναφέρω τα
εξής:
Ένα χειμωνιάτικο πρωινό του χίλια εξακόσια
έξι
ο βιβλιοθηκάριος της Παλατινής Βιβλιοθήκης
της Χαϊδελβέργης
έδειχνε το χειρόγραφο στο νεαρό Salmasius,
μετέπειτα γνωστό ως Claude de Saumaise.
Δώδεκα χρόνια αργότερα η Ευρώπη ρίχτηκε
στα νύχια
του πολέμου. Η Χαϊδελβέργη δεν άνθεξε
στις πολιορκίες των Καθολικών, κι ο Μαξιμι-
λιανός Α'
έστειλε στον Πάπα Γρηγόριο ΙΕ', μεταξύ άλ-
λων χειρογράφων,
και τον εν λόγω κώδικα.
Εκατόν εβδομήντα και πλέον έτη αργότερα
ο Ναπολέων ζήτησε το χειρόγραφο από τον
Πάπα,
το οποίο έφτασε στη βιβλιοθήκη του Παρισιού,
όπου και έμεινε δεκαεννέα χρόνια.
Το χίλια οκτακόσια δεκαέξι
Επεστράφησαν στη Χαϊδελβέργη κάποια από
Τα χειρόγραφα
Που είχαν αφαιρεθεί κατά τη λεηλασία του χί-
λια εξακόσια είκοσι δύο.
Μαζί μ' αυτά και το καθαυτό χειρόγραφο.
Πλην όμως
ένα μέρος κρατήθηκε από τους Γάλλους.
Ελάχιστη η οφειλή για μία τόσο μικρή υπε-
ξαίρεση, θα σκέφτηκαν -
άσε που οι Βαυαροί δεν πρόκειται να καταλά-
βουν τίποτα.
Την πάσα αλήθεια θα εξακριβώσει βέβαια
η φιλομάθεια του Μέλλοντος.
***
Ετούτη η λευκή σελίδα είναι η αρχή ενός
αινίγματος που πρέπει να λύσεις,
για να επιστρέψεις σ' ό,τι μέλλεσαι κι ό,τι
μελλοντικά θα σ' επιστρέψει.
Ετούτη η λευκή σελίδα μιλά με χιλιάδες φωνές
τις φωνές της τσακισμένης γλώσσας του κό-
σμου.
Μπορείς να την ανασυνθέσεις αν το θέλεις
αν αρνηθείς ό,τι σ' αγάπησε
γι' αυτό που ανταπόδοτα έχεις αγαπήσει.
Διάβασες, μίλησες σ' άλλες γλώσσες, συλλογί-
στηκες
είδες τα σκόρπια φύλλα των βιβλίων ενωμένα
σ' ένα ουράνιο κάτοπτρο -
τώρα επάνω στο κενό θα καταθέσεις
άστοχα ξεφυλλίσματα τη νύχτα, φρενήρεις
γραφές
τα ξημερώματα.
Εαυτός σου είναι ό,τι δεν έγραψες
ζωή σου είναι ό,τι χωρίς φωνή σε περιέχει
η λευκή σελίδα.
###
[ειδύλλιο]
Ψηλά η αττικώτατη σελήνη
και κάτω η Αθήνα που σφαδάζει
από τα γέλια, μα κι απ' την οδύνη:
άλλους κλωτσά, κι άλλους τους αγκαλιάζει.
Π.χ. τους γάτους: άκουσα για έναν
σ' υπνοδωμάτια μόνο πως συχνάζει.
Κι ένας άλλος; Σκουπίδια πεταμένα
μαζεύει για να φάει. Κι ακόμη ξέρω
κάποιον που μου ‘πε τα εξής: “Εμένα
φίλε που με βλέπεις, με λένε γέρο.
Μα όταν προβάλλει ξαφνικά εμπρός μου
γατούλα χαϊδεμένη, της προσφέρω
φύλλο βασιλικού - ή μάλλον δυόσμου”.
###
Να κάθεσαι σε θέση ρεμβασμού.
Να γεμίζει αίμα τ' αυλάκι του ματιού.
Μέσα στις συναθροίσεις των ανθρώπων
ν' αποζητάς την ηδονή των όπλων.
Εφέτος δεν θα λιώσουνε τα χιόνια,
ο θάνατος θα ζήσει χίλια χρόνια
να λες. Και να ταίζεις φίδια
όταν μιλούν για μάγια και φτιασίδια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου