Σάββατο πρωί στην μεσαία λωρίδα
της φαρδιάς λεωφόρου
με τα σαστισμένα δέντρα
που δε μπορούν να καταλάβουν
γιατί δε τα ‘κοψαν μαζί με τ’ άλλα,
τελείως αδιάφορη για τους οδηγούς
που ανόητοι
φαντάζονται τη ξένη δύναμη για δική τους,
να φροντίζει σκυφτή το προσκυνητάρι.
χαρούμενη
σα τη μάνα που φέρνει το πρωινό γάλα
ή σα τη γυναίκα
που φέρνει το πρωινό καφέ .
Αυτή κι ο νεκρός της στη μέση της αδυσώπητης πόλης
κάτω από τα σαστισμένα δέντρα
κι οι δικοί μου νεκροί
που με περιμένουν
με εκείνη την απίστευτη αγάπη της ερημιάς
και την ακατανόητη χαρά των νεκρών
κάθε φορά που τους θυμόμαστε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου