Κάποτε θα με συναντήσεις
δεν θα κάμω τίποτα
δε θα κινηθώ ούτε μια πήχυ απ' αυτό το χώμα
οι πολιτείες θα περάσουν και θα σβήσουν
οι κάμποι θα περάσουν και τα βουνά
και θα περάσουν οι θάλασσες με τ' ακρογιάλια
και θα περάσουν νύχτες και μέρες
ήλιος στο σκοτάδι σκοτάδι στον ήλιο
και θα με βρεις στην καρδιά σου
όταν θα ψάχνεις στην έρημο των καιρών
όταν θα μετράς στην άμμο της αιωνιότητας.
Έχω νεκρούς φαντάσματα μες στην καρδιά μου
καράβια βουλιαγμένα στα βάθη των ωκεανών
ιστία λευκά και φτερά διπλωμένα
χέρια δεμένα που καρτερούν του χρόνου το πλήρωμα-
εχω νεκρούς φαντάσματα στην καρδιά μου
που περιμένουν τη σάλπιγγα του τρόμου να ξυπνήσουν
και θ ανεβούν τα καράβι και θ' απλωθούν τα φτερά
και θα λυθούν τα χέρια στον αέρα
και θ' ακουστεί ο λόγος της σιωπής
κ' η έρημος θ' ανθίσει άγρια κρίνα.
Έχω νεκρούς αγαπημένους στην καρδιά μου
τα δειλινά τ' αχνά πονεί και ψάχνει
μι' αράχνη στην καρδιά μου υγρή σαν πάχνη
μνήμη φωτιά στη δειλινή γαλήνη
αιμάζει σαν πληγή που πια δεν κλείνει
ζει η ανάμνηση χιόνι κι αγιάζι ρίχνει
ήσκιους συνάζει γύρω κ' ήσκιων ίχνη
ζει τ' όνειρο και καρτερεί κ' εκείνο
ν' ανθίσει μες στην έρημο άγριο κρίνο
-έχω νεκρούς που περιμένουν στην καρδιά μου.
Με τους ανέμους μιλώ
με τους ανέμους φεύγω
μη μ' αγγίζεις είναι άνεμος τα φτερά μου
έζησα πριν από τη στιγμή τούτη της ζωής
κι όταν έλειπα ήμουν πάντα παρών
κι ας μην ήξερες να με διακρίνεις.
Έζησα μέσα στ' αδέρφια μου τα νερά
και τα δέντρα και τις πέτρες και τη φωτιά
και στον αδερφό μου τον άνεμο
κ' έχω ταξιδέψει λευκό σύννεφο στον αιθέρα.
Πόσο θα βραδύνεις να μ' αναγνωρίσεις
να δεις τις πληγές μου δικές σου πληγές
και τη χαρά μου καμωμένη μόνο για σένα
πόσο θα καθυστερήσεις στις μικρές σου φροντίδες
για να πάρεις το δρόμο που θα με ζητήσεις.
Αλλά στη μάταιη πορεία σου τη σκοτεινή
μι' άγρυπνη κραυγή σα σήμα κινδύνου θα σε προσκαλεί
μια φωνή που δεν ήξερες να την ακούσεις
- οι αδερφοί μου θα μαρτυρήσουν για μένα
οι νεκροί μου θα ξυπνήσουν για μένα
και θ' ακούσεις τη φωνή στην καρδιά σου
και θα με γνωρίσεις.
Κάποτε θα μ' ανακαλύψεις
όχι με τις πέντε αισθήσεις σου που μου είναι ξένες
τις φτωχές τις ανίδεες που σε ξεγελάνε
και κοιτάζεις με τα μάτια και δε βλέπεις
κι ούτε τον ήσκιο μου μπορούν να ψαύσουν τα χέρια σου
και στην ακοή σου δε φτάνει η φωνή μου
αλλά με την καρδιά σου θα με διακρίνεις
και θα μ' αγγίσεις με τα φτερά της ψυχής σου.
Κι ας πεθάνω θα μ' ανακαλύψεις
γιατί θα ζει η παρουσία μου
σε μια σταγόνα δρόσου που λάμπει στον όρθρο
στο χώμα που θα βαραίνει το πέλμα σου
στον άνεμο που αγκαλιάζεις
—όταν θα ξαναγυρίζω στους αιώνιους αδερφούς μου
όνειρο όνειρο ονείρου σκιά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου