Βγήκε ένα βράδυ να μαζέψει τα χαμένα του.
Βαστούσε σύνεργα απαραίτητα
κλαδευτήρια, θυμούς μαραζωμένους,
πυξίδες, ευγένειες λιπόσαρκες,
κούρδισε ρολόγια σταματημένα σε χρόνους καίριους.
Απορούσε με τόσες ικανότητες
πώς οι αμφιβολίες του έλιωναν, μαεστρικά, στον ιδρώτα.
Κεραίες εμπνεύσεων ξεπετάγονταν από καταβολάδες απωλειών.
«Πέρασα από δω», θυμόταν, «το όνειρο ζει ακόμη».
Κι όπως το πρωινό αστραποβολούσε
υποσχέθηκε στον εαυτό του να μην το ξανακάνει.
Πολλοί συμφώνησαν μαζί του,
εφεξής,
αν, όντως, από τον λαβύρινθο ήθελε να βγει,
δεν θα 'πρεπε να τσιγκουνεύεται τις θυσίες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου