Φορτωμένος θραύσματα αυτοκρατοριών.
Τ' απόνερά μου διατάγματα αργοκίνητων επάρχων, κοιλαράδων μπέηδων,
σαρκία άδεια, ερειπωμένοι περιστερώνες.
Κρύβω κάτω απ' τα τσιμέντα
Πάρθους με τροχισμένα γόνατα
απ' το σούρσιμο στις σπηλιές της Καππαδοκίας
φαλαγγίτες του Αλέξανδρου με διεσταλμένο προς την Ινδία βλέμμα
ναύτες του Νέαρχου ξεβρασμένους σε αιγυπτιακές προκυμαίες
Φοίνικες λεπτεπίλεπτους, τσαγοπότηρα πορσελάνης με σπασμένα χείλη
του Τίγρη παραποτάμιους χασισοκαλλιεργητές
χουρμαδοκλέφτες του Ευφράτη
Σκύθισσες πρασινομάτες με μήτρες απονευρωμένες
απ' το τραμπάλισμα του κάρου
τους γκρεμιστάδες των τειχών της Βαβυλώνας
του Μελχισεδέκ τους γόνους, γεφυροποιούς στα νησιά των άστρων
ευνουχισμένους καβαλάρηδες του Χαν όπως τα τυφλωμένα γεράκια τους.
Σαρμάτες κατουράνε από φόβο τα αμπάρια και τις βραχονησίδες
ξερνοβολάνε αίμα από ναυτία και πείνα
πριονίζουν με τα δόντια ληγμένες κονσέρβες
τις κουτσουλιές των γλάρων.
Τεντώνω τις επιθυμίες τους με μαύρα μεροκάματα
σε υγρά διαμερίσματα
πουλάω το ανθισμένο σπέρμα τους στις λιγωμένες κυρίες των προαστίων.
Για ένα κοντραμπάντο πολεμάω, ο έρημος, αχρείαστος πια
κελευστής φυγάδων κατάντησα για να τους πελεκάτε
κι ας ενοχλούν την καθαρή σας συνείδηση τα δύσωδα αχαμνά τους.
Κρεβάτι μου έχω τους νόμους σας για να χωράνε οι μαυροπόδαροι
σεντονάκι η ισότητα, καλοραμμένη, με άρθρα πριονοκορδέλες,
σείονται χαιρέκακα μουστακάκια χωροφυλάκων, κεραίες σκαθαριών
αλίπαστα, τους διπλώνετε σε χασαπόχαρτο
στα περάσματα, λιγδιάρηδες λαδοπόντικες
του δημόσιου -υποτίθεται- ταμείου.
Συνοφρυωμένος, δήθεν, ο θεός σάς επιβλέπει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου