1. Κάτι πήγα να γράψω σήμερα, ανήμερα της διάρκειας
δεν μπορούσα να θυμηθώ τι χρώμα είχαν τα χέρια
σου.
Έτρεμαν;
Ξανά συστήνομαι εμπρός
τους, παριστάνω την αθωότητα μήπως
και κερδίσω μια ανάμνηση παραπάνω στο
έτος κατασκευής ονείρων και με βοηθήσει με εκείνο το ρημαγμένο ποίημα για
τα χέρια
που ακόμα δεν θυμάμαι τι χρώμα
είχαν.
2.
Άλλαξε
ο χρόνος της προσφοράς και επέστρεψε στα βήματα του.
Πάλι θα ζήσουμε τα ίδια,
μια επανάληψη των χρονικών
διαστημάτων
στη μέση της ζωής.
Μου φωνάζεις να γράφω για τα χέρια σου,
μα τα χέρια μου χαϊδεύουν
λέξεις
για τα χείλη σου.
Τι τους ετοίμασες σήμερα;
Ποια νύμφη θα θυσιάσεις σ
εκείνα τα χείλη που μιλάνε για έρωτα;
3. Μην ερωτευτείς τα χέρια μου, της λέει τα
βράδια κάθε φορά που τα απομακρύνει απ’ το γυμνό της σώμα καθώς χαϊδεύει
τελευταίο σημείο τα στήθη της.
Εκείνη τα βράδια κλαίει μαζί με τους οργασμούς της για τα δάχτυλα όλο
γοητεία που περιφέρονται γύρω της και μέσα της και πάνω της και τα αφήνει
αφίλητα να μαραζώνουν κρεμασμένα στο σώμα του.
Κι όταν τα αγγίζει… ω, τι γεύση έχουν, τι σχήμα τους δίνει μέσα στα
χέρια της όταν τα κλείνει! Θα μπορούσε μια αιωνιότητα να ζήσει μαζί τους χωρίς
το σώμα του, χωρίς τα φιλιά του, χωρίς τη φωνή του, άλλωστε έτσι ζει τόσα
βράδια.
Εκείνος έρχεται όταν την ποθεί από τρέλα, από ζήλια, από αγωνία, από
την ανησυχία του μήπως εκείνη ξέχασε τα χέρια του κι ας καμώνεται πως έχει
υπεροχή πάνω τους.
Έτσι κυλάνε οι χρόνοι τους με χέρια μπλεγμένα στα στήθη, στα δάκρυα,
στους οργασμούς και στα τελευταία φιλιά εκεί στα ακροδάχτυλα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου