Γιάννης
Τζανής
Άγιε
Βασίλη, τούτη τη χρονιά άργησες να φανείς. Παγιδευμένος στο Χαλέπι έμεινες ανάμεσα
στους όλμους της επαναστατικής αγάπης αδερφών, τους φιλικούς βομβαρδισμούς συμμαχικών αεροπλάνων, την προστασία των
βασιλικών αρμάτων και τις ρομφαίες
νεοφώτιστων πιστών. Το σακούλι σου αδειανό. Γεμάτη μόνο η καρδιά σου έλεος και
η ματιά σου αίμα…
Ο
Χριστός και ο Αλλάχ, νήπια ασυνόδευτα, μόλις που ξέφυγαν απ’ του Ηρώδη τη μανία
και σκαλίζουν στα χαλάσματα για κάποιους σπόρους της παλιάς ευδαιμονίας.
Περνούν με βάρκες πλαστικές την ερυθρά Μεσόγειο, στοιβάζονται μες στις σκηνές του
μαρτυρίου και σιτίζονται με μάννα ευσπλαχνίας…
Του
κόσμου η τάξη αναποδογυρίστηκε: Τα όνειρα ζώνονται με εκρηκτικά και κάνουν
θρύψαλα την αθωότητα, τα φορτηγά λοξοδρομούν και πέφτουν μέσα στις γεμάτες
αγορές, το αίμα παραφρόνησε και τρέχει μες στις συναυλίες, ο θάνατος αθέατος
θερίζει τα τραγούδια μες στα κέντρα διασκέδασης, τις ιαχές της νίκης μες στα
γήπεδα και τις ανύποπτες σκιές στις γειτονιές του κόσμου. Ο πανικός, ιός
θανατηφόρος, ύπουλη κι ανίατη επιδημία εξαπλώνεται…
Οι Μάγοι με τα δώρα στα ψηλά γραφεία
τους και τις καρέκλες των συσκέψεων σήμερα συσκευάζουν της Πανδώρας τα κουτιά με
κόφτες για το υστέρημα της αισιοδοξίας μας, φόρους για το χαμόγελο και τις
μπουκιές μας.
Καλές
ειδήσεις είναι μόνο οι μη ειδήσεις κι οι διαφημίσεις…
Στις
βορεινές της αυτοκρατορίας κομητείες έχουν έναν ήλιο τσουχτερό, έναν Βοριά που
με τα παραγγέλματά του σου παγώνει ακόμη και τις προσευχές κι εκατομμύρια
αστέρια αδιάφορα και μακρινά. Στήνουνε τείχη και συρματοπλέγματα αγκαθερά, με συμφωνίες
καθορίζουν αριθμούς εισόδου και εξόδου, με διατάγματα του Καίσαρος απογραφές, και οργανώνουν για τ’ αποδημητικά περιπλανώμενα
πουλιά στρατόπεδα -τα λένε, κατ’ ευφημισμόν, χώρους φιλοξενίας-.
Αυτοί
που θησαυρίζουν από τη μεταδιδόμενη σαν πυρκαγιά καταστροφή στέλνουν βοήθεια,
συμβούλους, τεχνοκράτες και συνιστούν υπακοή στις εντολές, λιτότητα στα ψίχουλα
και περισυλλογή στα οράματα των νεαρών αγγέλων με τις έτοιμες βαλίτσες για τα
αεροδρόμια και τους σταθμούς…
Όμως
εδώ στη γειτονιά μας, στην πατρίδα της μελίρρυτης Σαπφώς και του αδούλωτου
δεσμώτη Προμηθέα, αγωνίζεται ακόμη ο
ήλιος να κρατήσει την πορεία του και το χαμόγελό του. Η πρόσχαρη σελήνη,
ερωτευμένη πάντα με τον Ενδυμίωνα, από τον ουρανό ευλογεί μέσα στα πάρκα τις
αγκαλιαστές σκιές, τους αναστεναγμούς και τα ψιθυριστά κρυφόλογα αγάπης. Τα
άστρα κατεβαίνουν χαμηλότερα για να ζεστάνουν τα λιπόψυχα όνειρα και τις μικρές τρεμουλιαστές ελπίδες.
Εμείς,
με τη σακούλα όλο κι ελαφρύτερη, με τη ματιά πιο άδεια, το χαμόγελο πιο
σκεπτικό, κρατάμε ακόμη μες στη χούφτα το υστέρημα για τα μελαχρινά άστεγα
περιστέρια.
Πιστεύουμε
στη μαγική δύναμη του εφτά: στο Ουράνιο
Τόξο μετά τον Κατακλυσμό με τις εφτά ανοιχτόχρωμες ελπίδες, στις εφτά παχιές
ηλιόλουστες ημέρες ύστερα από τις δίσεκτες, ισχνές βραδιές, στα εφτά θαύματα,
στην έβδομη ημέρα της ανάπαυσης, στου ονείρου τα εφτά κρυσφύγετα της σωτηρίας…
Πιστεύουμε
ακόμη στον Άγιο Βασίλη, έναν από τους Επτά Σοφούς της Μικρασίας, που θα μας
γλιτώσει από το άνοιγμα της Έβδομης σφραγίδας. Θα ξεφύγει τις παγίδες και θα
’ρθει μ’ ένα σακούλι ευλογίες να μας
αναστήσει το κουράγιο, να μοιράσει την ψυχή του αντίδωρο να στυλωθούμε στις πιο
δύσκολες στιγμές…
Βγάλτε δεκαεφτά χαμόγελα απ’ τα
σεντούκια της καρδιάς να τον υποδεχτούμε. Κάντε έναν κύκλο με δεκαεφτά νεράιδες
για τον καλαματιανό της άνοιξης. Κάντε έναν κύκλο με αγγέλους άσπρους, μαύρους,
κίτρινους, κοκκινωπούς και μελαψούς για τον χασαποσέρβικο της λεβεντιάς. Εβίβα
κι άσπρο πάτο! Τσουγκρίστε τις καρδιές κούπες γεμάτες μπρούσκο κόκκινο. Στα
όνειρα, στους μύθους και στις προσευχές χωράνε όλα τα χαμόγελα και οι ελπίδες…
Αύριο, όπως πάντα, ξημερώνει μια
καινούργια μέρα. Το μετεωρολογικό δελτίο την προβλέπει κρύα και ξερή, με
μέτριους βοριάδες κι έναν ήλιο με τα δόντια.
Συναθροισθέντες εκ περάτων κόβουμε
τη βασιλόπιττα και πέφτει το φλουρί στο αγγελούδι με τα τέσσερα φεγγάρια στα
μαλλιά. Πυροτεχνήματα τα μάτια εκτοξεύουν άστρα λαμπερά. «Ήρθε! Ήρθε! Άκουσα τα
βήματα!..» Μικρές χαρές, διάττοντες στην παγωμένη νύχτα, που πέφτουν απ’ τον
ουρανό, για να γεμίσουν τις ρωγμές και τα κενά της αισιοδοξίας μας…
Πρωτοχρονιά του δεκαεφτά. Τοπίο
χειμωνιάτικο, διαβάτες λιγοστοί και κουμπωμένοι μέχρι τον λαιμό, χαιρετισμοί, ευχές, βγαίνουν τα γάντια για τη γνήσια
επικοινωνία μιας εγκάρδιας χειραψίας, στους σηματοδότες ανοιχτές παλάμες ξυλιασμένες,
στα σκαλιά της εκκλησίας μια κουκουλωμένη Παναγιά μ’ ένα κουτάκι στου Χριστού
τα πόδια και στους δρόμους «…η ζωή τραβάει την ανηφόρα με σημαίες και με
τραγούδια…» για τον μακρινό έβδομο
ουρανό της ευτυχίας…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου