μια σταγόνα θάλασσα από το πέτο σου τινάζοντας
πριν βυθιστώ στην άβυσσο
που "πόθο" ονόμασαν οι ανώνυμοι διαβατάρηδες του ωραίου.
Με ποιά κοχύλια τα μαλλιά σου να στολίσω επιστρέφοντας
αφού ούτε οι στεριές, ούτε οι θάλασσες μας ανήκουν.
Τι ψωμί να προσφέρω στον πληγωμένο γλάρο
που ένα τρόπαιο της άμπωτης περιμένει για να γιάνει.
Η υδάτινή μου υπόσταση πάνω στις αλυκές στεγνώνει
πίκρας να δώσει αντί γι' αλμύρας αλάτι στο φαΐ.
Κι εκείνα τα μάτια σου να είναι συνέχεια πάνω μου καρφωμένα
σα να ρωτούν γιατί να υπάρχουν
δρόμοι που ποτέ δεν θα βαδίσουμε
ταξίδια που ποτέ δε θα πλεύσουμε
όνειρα που η ζωή να κάνουμε μας αρνήθηκε.
Κι εκείνα τα χαμόγελά σου να μη γλυκαίνουνε
μα εγώ το ψιθύρισα κι όλας
στους αμνούς που αμίλητα σφάζονται
γιατί τώρα ξέρουν...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου