δεν τραγουδά κλειδώνει τη φλεγόμενη παραφορά
και περιμένει.
υφαίνουν στις φάμπρικες του καιρού
μια ελάχιστη αιωνιότητα.
ποτάμι κοραλιού και κει αχάτης.
Λοιπόν εσείς κυρίες μου πώς βολευτήκατε με το θάνατο;
μια νέα λάμψη από άλλο πράσινο
όπως το αρπαχτικό κλαδί την άνοιξη.
Έτσι πικράθηκε ο κόσμος. Για μια σκιά.
Μα τί απόμεινε απ’ αυτές;
Κομμένα ρόδα υπνοβατικά
στη αγωνία του πέρα φεγγαριού
ξερή βροχή κουβαριασμένη
στο υπόγειο της νύχτας.
αμυδρές ανάβρες μεταξιού
κάτω από γκρίζα φύλλα, κρύα φύλλα βροχοφαγωμένα
συνάζουν τους σκιερούς ανθούς της Περσεφόνης
που όμως μυρίζουν μάταια.
Θαμπωμένο δρέπει και το δειλινό
κίτρινους κρόκους. Τι σιωπή εβένινη!
Έγιναν όλα ότι έγιναν τραγούδι
που αποζητά κι αυτό τη μούχλα του.
δεν αναπνέει, δανείζει το ξένο πρόσωπο στον ουρανό
και περιμένει.
από την Ανθολογία Ποίηση για την ποίηση (2006)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου