Όταν του νόμου του μοιραίου απείλησε η
σκιά
Κάποιο όνειρο παλιό, πόθο μου ενδόμυχο κι
οδύνη,
Κάτω από σκέπη πένθιμη, κατάθλιψη που
στήνει,
Έκαμψε το φτερό του απτό στο είναι μου
βαθιά.
Χλιδή! ω αίθουσα εβένου όπου, για πλάνη
βασιλιά,
Τρανά ανθοπλέγματα συγκλίνουν σε
θανάτου δίνη,
Δεν είσθε παρά η διάψευση μιας έπαρσης
που αφήνει
Στα μάτια του ερημίτη, το έρεβος, τα
εκστατικά.
Ναι, ξέρω πως στα απόμακρα αυτής της
νυχτιάς, η Γη
Σκορπά το ακρότατο μυστήριο με
φωτοβολή,
Σε στυγνούς αιώνες ζοφερά πιο λίγο που
τη ζώνουν.
Το διάστημα όμοια σ' αύξησή του η άρνηση
κοινό
Κυλά μέσα στην πλήξη αυτή φωτιές που
φανερώνουν
Πως άναψε το πνεύμα από ενός άστρου εορτασμό.
μετάφραση: Γ.Σ. Πατριαρχέας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου