ένα δέντρο της θύελλας, ένα δέντρο του λαού.
...Από τη γη ανεβαίνουν οι ήρωές του
όπως τα φύλλα από το χυμό
κι ο άνεμος τσακίζει τα φυλλώματα
της βουερής πλέμπας
ώσπου να πέσει ο σπόρος του ψωμιού ξανά στη Γη.
Εδώ φυτρώνει το δέντρο
το θρεμένο από τους γυμνούς νεκρούς,
από τους νεκρούς μαστιγωμένους, πληγιασμένους
νεκρούς με αδύνατα πρόσωπα,
από νεκρούς σουβλισμένους σ' ένα κοντάρι,
από νεκρούς αναλωμένους από τη φωτιά,
από νεκρούς αποκεφαλισμένους με το τσεκούρι
πάνω σε άλογο πετσοκομμένους νεκρούς
νεκρούς σταυρωμένους στην εκκλησία.
Εδώ φυτρώνει το δέντρο
που οι ρίζες του είναι ζωντανές.
Έβγαλε νίτρο απ' τον παιδεμό
οι ρίζες του ήπιανε αίμα
κι έβγαλε δάκρυα απ' το χώμα
τ' ανέβασε ως τα κλωνάρια του
τα μοίρασε στην αρχιτεκτονική του.
Ήταν λουδούδια αόρατα πολλές φορές,
λουλούδια θαμμένα
κι άλλες φορές φωτίσανε τα πέταλά τους σαν πλανήτες
κι ο άνθρωπος εμάζεψε απ΄τα κλαριά τους σκληρούς κάλυκες.
Τους έδωσε από χέρι σε χέρι
και ξαφνικά άνοιξαν τη γη
σαν μαγνόλιες, σα ρόδια
και ως τ' αστέρια μεγάλωσαν.
Αυτό είναι το δέντρο των λεύτερων
το δέντρο Γη, το δέντρο σύννεφο
το δέντρο ψωμί, το δέντρο βέλος
το δέντρο γροθιά, το δέντρο φωτιά.
Το πνίγει η νεροποντή
των δικών μας των σκότεινων χρόνων
μα ο κορμός του ανατρεμίζεται
δοκιμάζοντας τον κύκλο της δύναμής του
ξαναπέφτουν, άλλες φορές, τα κλαριά
απ' την οργή τσακισμένα
και μια τέφρα απειλητική σκεπάζει το διαιώνιο μεγαλείο.
Έτσι διάβηκε κι άλλους καιρούς
έτσι ξεκεφάλωσε απ' την αγωνία
ως που ένα χέρι μυστικό
κάμποσα αμέτρητα μπράτσα,
ο λαός, φύλαξε τα κομμάτια του
έκρυψε κορμούς ακέριους
και τα χείλια του ήταν τα φύλλα
του πελώριου, του μοιρασμένου δέντρου
που 'ναι σκορπισμένο παντού
που έχει περπατήσει με τις ρίζες του.
Αυτό είναι το δέντρο
το δέντρο του λαού
του κάθε λαού
το δέντρο της Ελευθερίας και του αγώνα.
Σκύψε πάνω στην κόμη του
άγγιξε τις αστραπές τις ξανανιωμένες
βύθισε το χέρι μέσα στις φάμπρικες
όπου δονούμενος ο καρπός
πληθαίνει το φως κάθε μέρα.
Σήκωσε αυτό το χώμα στα χέρια σου
γίνε ένα με τούτη τη λάμψη
πάρε το ψωμί σου και το μήλο σου
πάρε το άλογο και την καρδιά σου
κι ανέβα φυλακάτορας στα σύνορα
στην άκρια της φυλλουριάς του.
Διαφέντεψε το τέλος των καλύκων του
πάρε μέρος στις εχθρικές νύχτες
μείνε άγρυπνος στον κύκλο της αυγής
ανάσανε στην αστερωμένη κορφή του
και κράτησε ετούτο το δέντρο, το δέντρο μας,
το δέντρο που μεγαλώνει στη μέση της Γης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου