Αναμένοντας το θείο βέλος
To φεγγάρι ολόγιομοΨιθυρίζει τους πόθους των θνητών
Μες στις σκιές των αθανάτων όψεων
Μιλώντας γλώσσες απ’ όλους τους έρωτες
Που ασήμωσαν τους δρόμους ανυπεράσπιστης καρδιάς
Στη στρογγυλάδα μέσα απαλύνει
Τις αιχμές από τα βέλη διαψεύσεων
Ίσως κι αρχίσει πάλι τ΄ άλικο τριαντάφυλλο
Ν΄ ανθίζει μες στη σκέψη
Πάνω από κορυφογραμμές ανήσυχων ρυθμών
Διαγράφει το ταξίδι του
Πλοίο που δε σαλπάρει χωρίς το πρόσταγμα του πόθου
Μονάχα ρότα ακουμπά σε λογισμούς της νύχτας
Ένα καράβι ταξιδεύει μες στο χάδι του
Με φώτα που ανεβαίνουνε τη λάμψη του να φτάσουν
Με μουσικές που προσαρμόζουνε τις νότες τους στο φέγγισμά του
Σ’ ερημική ακρογιαλιά τα βότσαλα προσμένουνε τη λάμψη του
Μήπως και γίνουν άστρα μες στο όνειρο
Και η αγάπη ασπροντυμένη, με τα λυτά της τα μαλλιά
Τις ασημένιες του κλωστές μαζεύει στο σεργιάνι της
Για να υφάνει Ανέμου Έρωτα το στίχο
==============
Αλλάζοντας τη ροή του πόνου
Σε μια πανσέληνο πληγώθηκε η αγάπηTα δάκρυά της θρέψανε τις ασημένιες φεγγαριού πνοές
Kι αυτές, ευαίσθητες χορδές
Στο πέλαγο της λύπης πέσανε
Τα φουρτουνιασμένα λόγια ψιθυρίζοντας μ΄ έναν υγρό καημό
Σε μια πανσέληνο γυμνώθηκε η ζωή
Απ΄ τα στολίδια ενός πλανόδιου έρωτα
Που τον προσμένανε στις γειτονιές
Οι κοριτσίστικες πλεξούδες του ονείρου
Μ΄ αυτός με τις πραμάτειες του όλες λοξοδρόμησε
Αφήνοντας τα χέρια αδειανά απ΄ της Θεάς την προσφορά
Κάθε που το φεγγάρι ταξιδεύει στην πληρότητά του
Μια θλίψη λύνει τη σιωπή της
Με κρουσταλλένια δίφθογγα μικρής εξομολόγησης
Στην αύρα μέσα μιας θαλάσσιας συγχορδίας
Με μουσικές σε ύφεση καρδιάς
===============================
Ανακαλύπτοντας την αλήθεια του εαυτού
Στη σιωπή σου ακούμπησα τις νύχτες μουΕσύ μια σφαίρα γεμάτη απ΄ των ταξιδιών σου θησαυρούς
Εγώ ό,τι απέμεινε από ΄να κόσμο που ΄χτισα στο μέλλον μου
Κάθε που με τυλίγει η παρουσία σου αδειάζω
Γυμνή φωνή απομένω
Δίχως σκέψεις, δίχως όνειρα
Έτσι το θέλω
Κουράστηκα να πλάθω το νερό
Ν ΄αποχρωματίζω το αίμα μου
Είναι πολύς καιρός για να τ΄ αντέξει μια ευχή
Που έρχεται μονάχα για το αύριο
Και σήμερα τι;
Σήμερα ποιος ουρανός θα μου ανοίξει τη γαλάζια ψαλμωδία του;
Ποια νύχτα θα φανεί γενναιόδωρη
Να μου χαρίσει ολάκερη την παρουσία σου;
Χωρίς τα μη , τα όχι και τα πρέπει των πολλών
Χωρίς τον βυθισμένο καημό του ενός αηδονιού
Που άλαλο κρύφτηκε στο δάσος
Κυνηγημένο από φθόνο μετριότητας
Πολλή κι απόψε η μοναξιά
Μονάχα το φως σου φλυαρεί
Και μεγαλώνει τόσο τις σκιές
Που φοβάμαι πως εγώ ακόμα πιο μικρή θα γίνω
Χαμήλωσε λίγο ακόμα επάνω απ΄την απραξία μου
Ακίνητη μένω σαν πόθος που χειροτονείται
Ανοίγω τις αισθήσεις μου όλες στα μυστήριά σου
Στην αθέατη μορφή που κρύβει η μεγαλοπρέπειά σου
Αθέατη μήπως γίνω κι εγώ απ΄ τον εαυτό μου
Πολύ με τυράννησε με την άλλη του εποχή
Καιρός θαρρώ να γεννηθεί στα συνήθη μαιευτήρια
Όπου τα χρώματα σκουριάζουν χωρίς αποχρώσεις
Οι λέξεις εννοούν αυτό που δε λένε
Οι νότες τραγουδούν το στίχο που δε μελοποιείται
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου