Του ιδρώτα ο στέφανος στο δρόμο του θριάμβου
Ανθοβολούσαν γύρω του ειρήνης πανηγύρια
Σεμνός ο όρκος ξέφυγε απ’ του Δία το ιερό
του Φοίβου ν’ ανταμώσει τη λύρα τη χρυσή
μπροστά στο Βουλευτήριο.
Ήχο γλυκό οι σάλπιγγες γεννούν
τιμή στο μεγαλείο που γεννήθηκε
στην ΄Αλτη των ημίθεων, στη χώρα με τ’ αγάλματα.
Μπροστά του η σμίλη του Πινδάρου.
Πίσω, στα γκρεμισμένα τείχη,ένα κάλεσμα.
Σε άρμα τέθριππο η Δόξα να καλπάζει.
Αέρι σιγανό ψιθύρους σκόρπισε
και θρόισαν της ιερής ελιάς τα φύλλα.
Ελευθερώσαν στίχους επινίκιους,
κότινο πλέξανε για την αθανασία.
΄Ορθιοι πατέρας κι αδερφοί.
Φωτιά τον έκαψε η φωνή τους.
Σώμα και φλόγα γιγαντώσανε.
Δέκα πορφύρες βάφουν τα όνειρά του.
Σφίγγει το χέρι του γροθιά , ατσάλι,
θρασομανάει το πείσμα της τιμής.
Στο νου του φτάνει η νιότη τ’ άξιου πατέρα.
Πιο άξιος ο γιος, όταν το στάδιο τελειώνει.
Του Ορκίου Δία πιστός στις προσταγές
σε μια Παγκόσμια Ολυμπία.
Φως των φωτών στα χρόνια που θα έρθουν.
Σκίζει Ρομφαία τους αιώνες,
βάθρα σηκώνοντας σε νου υγιή εν σώματι υγιή.
΄Υμνος στα χείλη του το θαύμα του Ανθρώπου.
Γ’ Βραβείο σε παγκόσμιο διαγωνισμό ποίησης με θέμα τους
Ολυμπιακούς Αγώνες, 2000
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου