Την ταυτότητα μας
Το μαχαίρι
Το μαχαίρι
που ξεπήδησε από τη μήτρα της μάνας μας
και κοιμήθηκε στις παιδικές μας κούνιες
αντανακλώντας στην αστραφυερή του λεπίδα
τα όνειρά μας
Τώρα κάθε βράδυ κάποιος κόβει τα μαλλιά μας
πριονίζει τα οστά μας
Αιμορραγούμε τυλιγμένοι σε λευκά αποστειρωμένα σεντόνια
Χιτώνες δηλητηριώδεις σαβανώνουν τα σώματά μας
Τις στιγμές της αναλγησίας
Διανύοντας τα εγκόσμια
Ιχνηλατούμε τ' άγνωστο
Κι επιστρέφοντας
Κάποιος σκαλίζει την καρδιά μας
Ανασηκώνει τις λείες μυϊκές ίνες
Ξεβιδώνει τον φλεβόκομβο
Θερίζει το δεμάτιο του His
Και οι κοιλίες συσπώνται αδιάκοπα
Σε μια θανατηφόρα μαρμαρυγή
Εμείς οι μελλοθάνατοι με τον αριθμό 3 ή 6 ή 9
Στα κρεβάτια της Μονάδας Εντατικής Θεραπείας
Ξαπλωμένοι στην πλατεία ή στην απομόνωση
Κρυφοκοιτώντας κάτω από τις υγρές μάζες των ματιών μας
Αναζητούμε τον Δόκτορα Θάνατο
Καβάλα στις σύριγγες της Αδρεναλίνης
Με τις γυαλιστερές βελόνες του που στάζουν δηλητήριο
Σας παρακαλούμε πιστές νοσοκόμες
Ξεριζώστε τους σωλήνες απ' τους ασκούς των πνευμόνων
Τις φλεβικές γράμμες απ' τα μεγάλα αγγεία των σωμάτων μας
Τις ψυχές μας από τα ηλεκτρικά σήματα των μόνιτόρ σας
Βγάλτε τις σιελ μπλούζες σας και χορέψτε μας
Χορέψτε το χορό των επτά πέπλων
Ξεδιπλώνοντας τα ρετάλια της γάζας από τα πλούσια στήθια σας
Κι αφήστε μας να σας βυζάξουμε σαν τις μάνες μας
Αποκεφαλίστε μας πιστές νοσοκόμες
Κρεμώντας τα κεφάλια μας στις στήλες των ορών
Μέχρι να στραγγίζουν απ' το αίμα τους
Ράψτε τα μάτια και στα στόματά μας
Με βαμβάκι που κλώσσατε στα μακριά σας δάκτυλα
με τα κόκκινα νύχια
Τις νύχτες εκείνες
που ο εραστής σας βεβήλωσε τα βελούδινά σας πρόσωπα
με την αστραφτερή λεπίδα των ονείρων σας
Και παραχώστε στις οπές των ταλαιπωρημένων σας σωμάτων
Βαμβάκια μορφίνης
Αφού
Απ' όλα τα εγκόσμια που διανύουμε
Φοβόμαστε μόνο
Τα σκουλήκια του χώματος που διεισδύουν
Στο μονοπάτι της αιώνιας ζωής.
(Το Τραγούδι των Βαρέως Πασχόντων)
Και έμαθα να κατρακυλώ
Όλο και πιο γρήγορα
Γεμίζοντας σκούρες μελανιές
Σαν τα βαριά χώματα ενός βιομηχανικού δειλινού
Ω κήποι με τα ζωντανά αγάλματα
Και τα φρεάτια της νύχτας
Που μέσα μας ελοχεύουν τα μάτια δύο κτηνών
Ω εθνικές οδοί με τις λευκές λωρίδες
Και τα κίτρινα φώτα πορείας
Που πάντα σας οδοιπορούν δύο πεθαμένοι
Ω μεγάλες γέφυρες με τα στηθαία
Και τους συρμάτινους πυλώνες σας
Που από κάτω σας κυλούν δυο ποτάμια αίματος
Τωρα πια απλώνομαι σαν το βαθύ σκοτάδι
Σκεπάζοντας τα μάτια μας με πένθος
Και βαριά πληγωμένος
Κρεμασμένος στ' αγκίστρια της μνήμης
Που σβαρνίζουν την αθανασία
Ξεψυχώ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου