1 Φεβρουαρίου 1921
Η σημερινή ημέρα! πόσες και πόσες σκέψεις ευχάριστες και πόσα χτυποκάρδια
και πόσα δάκρυα μεσ' απ' το πρίσμα που την έβλεπα! Μου είχε καταντήσει χωρίς υπερβολή το μοναδικό όνειρο και σαν τέτοιο το εφανταζόμουν απραγματοποίητο.
Τώρα; Είναι το απλούστερο πράγμα! Ευρίσκομαι εδώ, στην Αθήνα, την πόλι των
ονείρων μου για να δω πραγματοποιουμένη κάθε σκέψι μου. Ο Θεός να με βοηθήση. Είναι τόσο μεγάλος ο καϋμός και είμεθα τόσο μικροί ένας-ένας εμείς οι άνθρωποι
που τον αποτελούμεν!
Πόσο αισθάνομαι τον εαυτόν μου έκπληκτον, μια νέα ζωή αρχίζει μέσα μου, ευρίσκομαι στο πρώτο βήμα του προγράμματός μου και μου φαίνεται πως αγγίζω
το τελευταίο. Το στενό δωμάτιό μου, μου φαίνεται πολύ ευρύχωρο κι' όμως η σκέψι
μου έχει σταματήσει. Έχω για τόσα πράγματα σπουδαία να φροντίσω κι' όμως δεν ανησυχώ. Είμαι ήσυχη σαν να ξεύρω ότι έτσι αυτομάτως θα λυθούν όλα αυτά.
Μια αφηρημάδα με κατέχει. Ο θόρυβος της κινήσεως μου δίδει την εντύπωση
ότι έχω πάρει κινίνο. Ένα ένα βιβλίο πέρνω στα χέρια μου και το αφήνω χωρίς να το ανοίξω. Προσπαθώ να μελετήσω τον εαυτόν μου. Δεν βρίσκω τίποτε μέσα μου
ούτε το θάρρος μου αλλά ούτε και δειλία. Αρχίζω να κάνω πειο πυκνά το σταυρό μου.
3 Φεβρουαρίου
Κάποιες γνωστές μου συναντώ και με χαιρετούν έτσι λες κι' έχω έρθει από τας Ινδίας.
10 Φεβρουαρίου
Δεν κατώρθωσα ακόμα ούτε σχετικώς να συνηθίσω την πόλι αυτή με τους μακρυούς δρόμους. Η αδιαφορία μου των πρώτων ημερών έχει εξαφανισθεί απολύτως.
Μόνη όπως περιέρχομαι στους δρόμους με τη σκέτη καλογερική ποδιά μου, με το τριμένο παλτό μου, το μεταποιημένο από μένα καπέλλο μου νομίζω ότι όλοι μου ρίχνουν ειρωνικά βλέμματα και ότι όλη η ευθυμία των γύρω μου περιπατούντων είναι
εις βάρος μου. Αισθάνομαι τον εαυτό μου βαθειά ταπεινωμένον και μερικές στιγμές νοιώθω ότι έχω πολύ χαμηλωμένο το κεφάλι και το σώμα κυρτωμένο. Σε μια στιγμή καταβάλλω μια υπερήφανη προσπάθεια να πετάξω αυτό το ράσο του μισοκακόμοιρου,
να πάρω ύφος εύχαρι, βάδισμα ζωηρό αλλά αυτό δεν γίνεται παρά για λίγα λεπτά.
Στην πρώτη ωραία, ζωηρή, εύθυμη γυναίκα που θ' απαντήσω μπρος μου, στην πρώτη κομψή σιλουέττα νεαρού που κυττάζει ψηλά σαν να θέλη ν' αποφύγη να ρίξη και ένα βλέμμα επάνω μου, πέρνω την ίδια μου πόζα. Θεέ μου! πόσο μέμφομαι τον εαυτόν μου μέσα μου γι' αυτήν την αδυναμία. Τι να γίνη; Είμαι άνθρωπος!
15 Φεβρουαρίου
Επήγα σήμερα στο γραφείο να αναλάβω υπηρεσία. Τι τρομερό κρύο.
Είχα ξεπαγιάσει όλη. Μου παρουσίασαν καμπόσους από τους και τας συναδέλφους.
Τι έκπληξις! παρ' ολίγο θα γελούσα μπρος τους. Κάτι νέοι σκυθρωποί και ανάπηροι. Ολίγοι γέροι με κακόβουλο ύφος. Κάτι δεσποινίδες σαλατολόγοι και υπερφίαλοι.
Θεός φυλάξοι μην είναι όλοι οι συνάδελφοι στον ίδιο τύπο! Ή θα αηδιάζω ή θα πεθάνω στα γέλοια βλέποντάς τους.
20 Φεβρουαρίου
Νάμαι και στο Πανεπιστήμιο στην αίθουσα της Νομικής. Με μια ζωηρή συγκίνησι ανέβαινα ένα ένα τα ιερά σκαλιά του. Δεν είχα πλέον την καταραμένη δειλία, μια υπερηφάνεια όγκωνε την ψυχή μου και ανύψωνε το πνεύμα μου. Την υποδοχή που μου έκαναν οι συμφοιτηταί μου θα την θυμούμαι πάντα. Χειροκροτήματα συνεχή (είνε
η συνήθεια των στην κάθε καινούργια εμφάνισι). Κάποιος με ρώτησε κρυφά αν είμαι χήρα σαν φορούσα μαύρα βαρειά. Εγέλασα. Αλήθεια ήταν! αν μάντεψε την ψυχή μου, καλά την ωνόμασε χήρα ...;
22 Φεβρουαρίου
Ό,τι μου δίνει μια ευχαρίστησι πραγματική είνε το Πανεπιστήμιο και μόνο αυτό! Ξαναζώ τα μαθητικά μου χρόνια που τα πρόσφατα οικογενειακά μου δυστυχήματα,
οι λύπες ...; μ' έκαναν να τα θωρώ τόσο μακρυσμένα. Λίγες μορφές γελαστές από τους συμφοιτητάς μας μ' έχουν κινήσει την συμπάθεια. Σε ωρισμένες στιγμές ενθουσιασμένη μαζί τους, δεν θα εύρισκα καθόλου παράξενο να τους φιλήσω με την διάθεσι που θα φιλούσα τον αδελφούλη μου. Παρακολουθώ μ' ανοιγμένη όλη την ψυχή μου τη διδασκαλία των καθηγητών μου. Ξεύρω απέξω ακόμη και την κάθε γκριμάτσα τους και την κάθε χειρονομία τους. Αυτός ο Ρωμαϊστής είνε απολαυστικώτατος.
26 Φεβρουαρίου
Ω! αυτό το κρύο θεέ μου! παραλύει κάθε δύναμί μου σωματική και πνευματική.
Μας κάνει να παρουσιαζόμαστε στον κόσμο σαν φορτηγά ζώα από τα ρούχα και μελανισμένοι. Πόσο μ' απελπίζει αυτό το κρύο. Αν διαρκέση ακόμα δεν θ' ανθέξω πλέον, με ένα saltum mortale θα πετάξω όλα τα ρούχα κι' ό,τι γίνω.
1 Μαρτίου
Του ήλιου οι ακτίνες καίνε πότε-πότε και μας προειδοποιούνε ότι η Άνοιξι δεν αργεί. Το κρύο όμως εξακολουθεί. Κάτι νοιώθω να ξεσκεπάζεται μέσα μου, κάτι κοιμισμένο, όχι πεθαμένο. Διαβολεμένες εικόνες που υποδουλώνετε την ψυχή μου, μου είσθε τόσο μισητές όσο και αγαπητές. Μια αμφιβολία σαν χάος ανοίγεται μέσα μου, μια θλίψη βαθειά σαν πόντος, μια μελαγχολία ακατανίκητη. Να γιατί μ' αρέσει η άτακτη ζωή.
Τις πρώτες ημέρες που δεν είχα τίποτε ακόμα τακτοποιημένο για τη νέα ζωή μου δεν
την άκουγα την πληγή μου καθόλου, κατώρθωσα να την πιστέψω θεραπευμένη ...;
Τι τρομερή απάτη! Τώρα που ησύχασαν όλα τάλλα, ξαναφαίνεται πάλι νάτην ίδια! ...;
Θα ήθελα να φύγω και από δω ...; να φύγω ...; να φύγω ...; Απ' αυτά τα μέρη έχει περάσει αυτός. Να μια υπόγραφή του σ' ένα ημερολόγιο βρήκα μια φορά. Όχι, όχι ...; δεν το θέλω, το ορκίζομαι μολονότι δεν σκέφτομαι παρά αυτό συνεχώς ...; "αν τον έβλεπα".
2 Μαρτίου
Τα κατάφερα να τρώγω σε μια θεία μου μεσημέρι και βράδυ. Έτσι απαλλάσσομαι
από τη φροντίδα του φαγητού και το ξενοδοχείο. Έχω τόσες άλλες! Εκεί βρίσκω κάτι οικογενειακό που μου λείπει τώρα. Μολονότι δεν μου είνε καθόλου απαραίτητο εν τούτοις μου είνε πολλές φορές κάπως ευχάριστο. Ακούω λίγο πιάνο, λίγες φωνές κ.ο.κ.!
23 Μαρτίου
Τι περίεργος πλήξη Θεέ μου! Παρακολουθώ πάντα τη σκέψι μου που γυρίζει-γυρίζει και πουθενά δεν στέκει. Τι νύχτες ατέλειωτες, μαύρες ...; Κάτι εικόνες τραγικές σχηματίζονται στη φαντασία μου και καταλήγουνε σε σκηνές ηδονικές ...; Τι είνε αυτό
που μου φαίνεται τόσο φυσικό, τόσο πραγματικό τη νύχτα και το βρίσκω την ημέρα
τόσο περίεργο;
1 Απριλίου
Να η ημέρα μου! η ημέρα που ήρθα στον κόσμο μέσα σ' ένα σπιτάκι ώμορφο, γεμάτο φως ...; η ημέρα π' άκουσα τα πρώτα κελαδήματα των πουλιών, είδα τα πρώτα ρόδα του έαρος. Επέρασαν από τότε είκοσι χρόνια και θα μπορούσα να πιστέψω ότι μόλις τα δέκα έχω περάσει. Κι' όμως πόσες στιγμές, ημέρες, μήνες, χρόνια λύπης και απελπισίας, στεναγμών και δακρύων βρίσκονται μέσα σ' αυτή τη ζωή των 20 ετών. Κι' ακόμα πόσες φορές είμαι πολύ-πολύ περισσότερο από 20 ετών με τις νευρικές χειρονομίες μου,
τις ρυτίδες του μετώπου μου, την μελαγχολική σιωπή μου!
Ο μήνας που μου έδωκε τη ζωή κι ο μήνας που όταν μπη μου πέρνη κάθε ίχνος ζωής! Μια μελαγχολία χωρίς όρια με πνίγει, μια πλήξη τρομερή με παραλύει, μια νευρικότης με πεθαίνει. Απρίλιε ...; Απρίλιε πόσο ευχάριστα μου ψάλλεις τη δυστυχία μου, μου θυμίζεις ό,τι μου λείπει ...; με απελπίζεις.
2 Απριλίου
Κατώρθωσα να πάρω άδεια για να μελετήσω. Μετά ένα μήνα θα δώσω εξετάσεις. Πόσο ευχάριστα περνώ τις ώρες κοντά στα βιβλία μου. Τίποτε δεν θα μπορούσε σ' αυτήν την εποχή να με παρηγορήση όπως αυτά. Κλείνουν μια δύναμη απεριόριστη μέσα τους που τη νοιώθω ακόμα πειο μεγάλη. Ζητώ σιμά τους να ξεχάσω το παν κι αν όχι αυτό - είνε τόσο μεγάλο - να παρηγορηθώ, να γελάσω στη ζωή μου που ανθίζει μπρος μου. Θα την έχουν άραγε αυτή τη δύναμη; εως τώρα τίποτε δεν μου έκαναν ...;
Έφυγα από τον τόπο που κάθε του γωνιά - κάθε του δέντρο, κάθε αυγή, κάθε δείλι στον κοκκινωπό ουρανό, μου έφερνε μια θλιβερή ανάμνησι! Είπα: γιατί να ζω μια ζωή δηλητηριασμένη; Κι' έφυγα - έφυγα μακρυά! Ω θεέ μου! Είνε τώρα που νοιώθω πειο σιμά μου τη δυστυχία, την ανησυχία, τον πόνο.
3 Απριλίου
Ένα ωραίο βραδάκι ήταν σήμερα όταν αφίνοντας το βιβλίο, όχι με τη συνηθισμένη μου διάθεσι, βγήκα λίγο. Κάτι γράμματα επήρα από το γραφείο μου και μετά έναν περίπατο κάτω από τη σελήνη, γύριζα σπίτι πεζή. Η καρδιά μου χτυπούσε αργά και ζωηρά. Μια νοσταλγία γέμιζε τη ψυχή μου. Τι είχα; Κάτι ποθούσα, κάτι αόριστο μα που από στιγμή σε στιγμή μου παρουσιάζετο πειο καθωρισμένο. Νεαρά ζευγάρια ερωτευμένων περνούσαν από μπρος μου, κομψές σιλουέττες νεαρών κυριών, με ευγενείς φυσιογνωμίες με διάφορα εκφραστικά μάτια και σε κάθε τέτοια εμφάνισι ένας στεναγμός ανέβαινε στα χείλια μου. Δεν βαστώ πλέον να υποφέρω για κάτι χαμένο, εσκεπτόμουν. Δεν βαστώ πλέον. Μου λείπει μια καρδιά που να πονή για μένα. Είνε τόσο ώμορφο βραδάκι και σε λίγα λεπτά θα κλειστώ στο σκοτεινό δωμάτιό μου. Τι θέλετε; δεν βαστώ πλέον, αν ένας διαβάτης σταματήση μπρος μου και μου δώση την καρδιά του μ' έναν ώμορφο λόγο, θα φύγω μαζί του. Θα απολαύσω την αγάπη και ας πεθάνω αυτή τη βραδυά. Τη σκέψη μου αυτή που μου άνοιξε παλάτια μπρος μου, διέκοψε ένα κανονικό αλλά ζωηρό βάδισμα πίσω μου ένα μέτρο. Πέρασαν δέκα λεπτά που το άκουα στην ίδια απόστασι με τον ίδιο ρυθμό που περπατούσα κι' εγώ. Δεν εγύριζα πίσω μου να ιδώ αλλά και αυτό δεν άλλαζε. Άλλαξα πεζοδρόμιο αλλά δεν άργησε έπειτα από λίγα λεπτά να ακουσθεί πάλι ακριβώς πίσω μου το ίδιο βάδισμα. Γεμάτη έκπληξη, άφηνα την εξημμένη φαντασία μου να φτιάνη σκηνές και εικόνες! Ένας ιππότης υψηλός, λεπτός με ζωηρά εκφραστικά μάτια σταματούσε μπρος μου όταν οι διαβάτες θα αραίωναν και με ρωτούσε με ύφος διακριτικό "πως με λένε ...;". Εζύγωνα σπίτι μου, το βήμα εξακολουθούσε πίσω μου πειο αργό. - Τι δειλός! - εσκεπτόμουν. Προσεποιήθηκα ότι θα έδενα την κορδέλλα στο γοβάκι μου κι' έσκυψα. Επέρασε μια σκιά απ' εμπρός μου ...; ω θεοί αιώνιοι!! ...; παρ' ολίγο θα έπεφτα χάμω! Ένας ψηλός γέρος με μακρυά γενιάδα κι' ένα ζεμπίλι με εργαλεία στα χέρια περπατούσε καμπουριασμένος! Τι όνειρο!
4 Απριλίου
Τίποτε ...; τίποτε ...; τίποτε ...; στο διάβολο και η φιλοσοφία και η υπομονή και η σταθερότης. Ένα μεγάλο, ατέλειωτο κενό με περιζώνει. Θαρρώ πως βρίσκομαι μέσα
σε μια ξερή στέρνα! Ούτε το Ζάππειο, ούτε οι ωραίοι κήποι, ούτε το Φάληρο ούτε η Φρεάτυδα ούτε η Κηφισσιά (αχ, η Κηφισσιά!) μου δίνει ό,τι ζητώ, ό,τι μου λείπει! κάθε άλλο! Μια βουή σαν καμπάνα βουίζει στα αυτιά μου - Σου λείπει! - Πλήξις, πλήξις!
15 Απριλίου
Τι ώμορφη βραδυά. Κλεισμένη όλη την ημέρα και διαβάζοντας είμαι με έναν πονοκέφαλο ανυπόφορον. Εβγήκα λίγο για να πάρω αέρα και να ρίξω στο ταχυδρομείο ένα γράμμα που είχα για το σπίτι μου. Μελαγχολική, εγκαταλελειμένη, σκυθρωπή,
με το κεφάλι κυρτό, με τα μάτια απλανή γλυστρούσα πάνω στα πεζοδρόμια. Μια κυρία έσπρωξα περνώντας στο πεζοδρόμιο, χωρίς να το εννοήσω κι' άκουσα που φώναξε
πίσω μου - χαρά στην ευγένεια!! - Ένας κύριος νέος μ' εκύτταζε σαν να ήθελε κάτι να μου ειπή και είδα να ενώνει τα χείλη του σ' ένα εναέριο φίλημα. Εγέλασα ασυναισθήτως.
17 Απριλίου
Ωχ! δάκρυα σήμερα ...; δάκρυα διαβολεμένα πότε θα στερέψετε;
20 Απριλίου
Η ωραιοπάθειά μου όσο πάει και μεγαλώνει ...; τρομερόν! Εκύτταζα σήμερα έτσι ασυναίσθητα και ανεπιφύλακτα έναν σωστόν Άδωνι στην ωμορφιά, τόσο που έχασε την υπομονή του και περνώντας σιμά μου μ' ερώτησε ...; - μ' αγαπάς μελαχροινούλα μου;
25 Απριλίου
Τι κοσμοπλημύρα! Τι εκνευρισμός το τραμ. Είχα καθήσει σ' ένα καναπεδάκι κι' όλος ο κόσμος είχε καθήσει επάνω μου. Έτρεμα όλη από εκνευρισμό, λίγα γαρύφαλα που κρατούσα στα χέρια μου τα μάδησα στην ποδιά μου κι έπειτα τα χτυπούσα και έφευγαν. Ένας αξιωματικός καθόταν πλάι μου και όπως ένοιωθα με το πλάι του ματιού μου, μάζευε από την κυλόττα του τα γαρυφαλόφυλλα. Στην στάσι του τραμ προς την οδόν μου κατέβηκα με τη φίλη μου. Κάποιο βήμα άκουγα ακριβώς πίσω μας και κατάλαβα πως θα ήταν του αξιωματικού που είχα πλάι μου στο τραμ. Θα έπρεπε να τον κομπλιμεντάρω για την καλωσύνη του αυτή; Άρχισα να μιλώ δυνατά στη φίλη μου για τα ευθυτενή ωραία σώματα των αξιωματικών, για τη λυγερή κορμοστασιά τους δηλαδή, για τον ιπποτισμό τους κ.λ.π. Μια στιγμή εσταθήκαμε στο πεζοδρόμιο πριν χωρισθούμε. Είχε σταθή πίσω μου έξαφνα και ο ακόλουθός μου ...; τι αστείο! Με μια έξαφνη κίνησι έστρεψα πίσω μου με τα χέρια σταυρωμένα, με το καπέλλο υπό μάλης και ευρέθημεν πρόσωπο με πρόσωπο. Τον κύτταξα επίμονα και σε λίγα λεπτά έφευγα γυρίζοντας τις πλάτες. Δεν ξέρω τι απέγινε. Τον είχα ιδή τη στιγμή που γύρισα προς αυτόν να κατεβάζη το κεφάλι ...; αναμφισβήτως θα ετράπη εις άτακτον φυγήν!
27 Απριλίου
Επίστεψε ότι τον ακολουθούσα όταν πήγαινα πίσω του με το ίδιο βήμα ακολουθώντας το δρόμο που πήγαινε στο σπίτι μου. Διασταυρώσαμε ένα βλέμμα διαρκείας στην Ομόνοια και ύστερα βρέθηκα πίσω του στον ίδιο δρόμο επί δέκα λεπτά. 2-3 φορές εγύρισε πίσω του. τον κύτταξα με ύφος φυσικώτατο. Μου άρεσε να κρατώ τον ίδο ρυθμό με το βήμα του και να στρίβω στας ίδιας παρόδους που (δοκιμαστικώς) έστριψε και που έφερναν στο ίδιο αποτέλεσμα. Είχε χάσει την υπομονή του και το ειρωνικό βλέμμα μου τον έκανε να μη στρίψη πίσω του. Εβράδυνε το βήμα του αλλά και μένα μου άρεσε να κρατώ το βήμα του, όταν τέλος εστάθη στην πόρτα του και χτύπησε το κουδούνι. Επέρασα πλάι του με το κεφάλι ψηλά χωρίς να γυρίσω να τον κυττάξω καθόλου. Μου φαίνεται μάλιστα ότι τον ήγγισα αρκετά γιατί ήταν στενό το πεζοδρόμιο! Άκουγα έπειτα που χτυπούσε το μπαστούνι του επάνω στο πεζοδρόμιο με διακεκομμένα και βιαστικά χτυπήματα! ...;
30 Απριλίου
Ο Απρίλης πεθαίνει μα μέσα μου δεν εννοεί να πεθάνη τίποτε! Ύστερα από τρεις ημέρες έχω εξετάσεις και το χτυποκάρδι παίζει το μέρος του!
5 Μαΐου
Απηλλάγην και από τις εξετάσεις. ένα φορτίο ολόκληρο νομίζω ότι εσηκώθη από το σώμα μου. Μια ανακούφισις, μια ειλικρινής ευχαρίστησις βασιλεύει μέσα μου μ' όλον ότι επέτυχα παρά κοινά στις εξετάσεις αυτές. Ένα "αρκετά καλά παιδί μου" του Καθηγητού του Συνταγματικού βουίζει στα αυτιά μου.
8 Μαΐου
Το Γραφείο πάλι άρχισε μα δεν σφίγγει πια την ψυχή μου η ίδια στενοχώρια. Κατώρθωσα ακόμα να φύγω και από το σπίτι που έτρωγα. Προτιμώ χίλιες φορές το ξενοδοχείο και κάτι πρόχειρο στο δωμάτιό μου από την ανιαρά, βλακώδη επίβλεψη μερικών αποκλήρων της αντιλήψεως.
12 Μαΐου
Μια συνάδελφό μου κάνω παρέα συχνά. Ένα απελπισμένο από τη ζωή (ή μάλλον κουρασμένο για να είμαι πειο ακριβής) πλάσμα. Μου κινεί τη συμπάθειά μου με τον ειλικρινή και ανεπιτήδευτο τρόπο της ομιλίας της. Πρόσφυξ εκ Φιλιππουπόλεως μένει μονάχη της εδώ συγκρατούμενη στη ζωή από ένα ήρεμο και ειλικρινή έρωτα που τρέφει εις έναν νέον υπηρετούντα ήδη στο μέτωπο.
1 Ιουνίου
Είδα και έπαθα εώς ότου να περάσω το μισό Μάη. Θεέ παντοδύναμε! κι έπειτα να μην είσαι μπολσεβίκος! Να εργάζεσαι σαν τον χειρότερο εργάτη, να μελετάς, να αξιούν να είσαι ευπαρουσίαστος και να περνάς μισό μήνα με ένα δεκάρικο! και κείνο δανειστό. Πότε στεναχωρούμε, πότε γελώ βλέποντας την αστεία αυτή κατάστασι ελπίζουσα επί τα βελτίω!
3 Ιουνίου
Σαν το ρυάκι του δάσους που τρέχοντας κάτω από πυκνούς θάμνους ξεφαντώνει
αρηά πειο γοργό πειο λαμπερό έτσι και η αγάπη μέσα μου. Πότε τη νοιώθω να κοιμάται σκορπώντας ένα ροδογέλοιο γεμάτο ελπίδες πότε ξυπνάει απότομα μ' ένα παράπονο στα χείλη που ξεσπάει σε κλάμμα. Ο καιρός είναι βροχερός ακόμα σαν φθινοπώρου αρχή. Τις βραδυνές ώρες η μελαγχολία χωρίς κανένα εμπόδιο θρονιάζεται στην ψυχή μου. Αλλά εώς πότε θα υποφέρω;
8 Ιουνίου
Μια φίλη συνάδελφος με είχε καλέσει να γευματίσωμε σπίτι της. Η διεύθυνσίς της κάποια ταραχή εγέννησε μέσα μου. Επήγα πεζή και κατακουρασμένη, περνώντας κάτω από τα σπίτια εκύτταζα τους αριθμούς. Σ' έναν αριθμό που μου ήταν γνωστός καρδιά μου έπαψε να χτυπά. Ετάχυνα το βήμα μου σαν να με κυνηγούσαν χίλιοι διαβόλοι.
15 Ιουνίου
Δεν βαστώ πεια, κείνο που με βασανίζει δεν είναι αμφίβολο, όχι δεν έχω πλέον το δικαίωμα να βάζω ένα ερωτηματικό αμφιβολίας σε κάθε σκέψι μου για κείνον. Το βλέμμα μου, η ψυχή μου τον αναζητούν παντού και πάντα. - Είναι εδώ; ξέρει ότι είμαι εδώ; Τότε γιατί δεν έρχεται να με ιδή έτσι από ένα φιλικό καθήκον αλλά πάλι όχι! δεν είνε εδώ. Θα τον συνατούσα τυχαίως κάπου αν ήταν στην ίδια πόλη εδώ και πέντε μήνες - θα πάω να τον ζητήσω στην διεύθυνσι που ξέρω. Δε θα μάθει ποία τον ζητούσε αν είνε εδώ, αν όχι, θα μάθω εγώ που βρίσκεται τουλάχιστον.
17 Ιουνίου
Είχε όλη την καλωσύνη η φίλη μου Δις Αλεξάνδρου να με συντροφεύση μέχρι εκεί. Είχε νυχτώσει καλά πλέον. με χίλια λόγια εντελώς αόριστα εξήγησα στη φίλη μου το σκοπό της βραδυνής επισκέψεως. Εσκεπτώμουν την περίπτωσιν κατά την οποίαν τον συναντούσα τυχόν εισερχόμενον και οπωσδήποτε παρουσιαζόμενον και έχανα την αποφασιστικότητά μου. Έπειτα όμως επαναλάμβανα με βεβαιότητα. Δεν είνε δυνατόν ποτέ να είναι εδώ!
Εχτύπησα (είχα αφήσει πίσω μου πέντε βήματα τη φίλη μου). Μια κόρη παρουσιάστη και την ρώτησα. Μου είπε ότι είχε φύγει προ 4 μηνών για τη Σμύρνη. Έφυγε δηλ. Ακριβώς όταν εγώ ήλθα εδώ.
18 Ιουνίου
Με μια καρτούλα που την φίλησα χίλιες φορές του έστειλα τους πειο θερμούς μου χαιρετισμούς από την Αθήνα.
18 Ιουλίου
Ένας μήνας ακριβώς! ένας μήνας που έκλεισε η κάθε μέρα του τις πειο απελπιστικές στιγμές και τις στιγμές τις πειο τρελλής χαράς. Με μια κάρτα απήντησε στην κάρτα μου. Με τι χαρά, τι τρέλλα τη διάβασα. Δεν έλεγε τίποτε περισσότερο από λίγα τυπικά λόγια κι' όμως το παν εύρισκα γραμμένο σ' αυτή την κάρτα. Μια συγκίνησις απεριόριστη επίεζε την καρδιά μου. δεν μπορούσα όμως να κλάψω. Χίλια όνειρα, χίλιες σκηνές ζωγραφίζονταν μπρος μου και ένα ρόδινο χαραυγής φως πλημμύριζε την ψυχή μου. Μου υπέσχετο ακόμη ένα γράμμα πειο λεπτομερές για τη ζωή του της Σμύρνης. Του απάντησα την ίδια μέρα αφού έσκισα καμμιά δεκαριά χωρίς υπερβολή γράμματα με τους φακέλλους τους! Μετά 8 ημέρας έλαβα ένα κόκκινο φάκελλο (τι ιδέα Θεέ μου, έσκασα που το είδα, μου φάνη πως άκουα ένα ειρωνικό γέλοιο του) με το γράμμα που μου υπέσχετο. Μου γέννησε την ίδια χαρά, το γράμμα του το διάβασα χίλιες φορές μα και δεν άργησα πολύ να το καταλάβω όπως έπρεπε. Μου παρίστανε τη ζωή του μονότονη στη Σμύρνη και μου μιλούσε για κάποιο κενό στη ζωή του. Γιατί μου τα έγραφε αυτά; Ένα τέτοιο πράγμα θα απεδείκνυε ότι μ' αγαπούσε με δύναμη αλλά αυτό είνε τραγικό ψέμμα. Μ' αγαπάει; Ποτέ. Τότε γιατί μου το γράφει αυτό, για να μ' ευχαριστήση σε μια στιγμή; κι' όμως πόσο ευχαριστότερα θα διάβαζα μία του έκφρασι που θα μου έδειχνε μόνο ότι κάποια απλή συμπάθεια ζη μέσα του για μένα! Θάταν μια αλήθεια αυτή ή τουλάχιστον τέτοια θα την πίστευα έυκολα ...; αγάπη όμως από Κείνον όχι, όχι, δεν τολμώ ποτέ να πιστέψω.
Τι ειρωνεία! να μιλούν για την αγάπη άνθρωποι που δεν την γνωρίζουν και να σιωπούν εντελώς κείνοι που νοιώθουν τη ψυχή τους να πνίγεται στον πόνο της ! - Μου ανακάτευε μέσα στο γράμμα του και τους τίτλους του και τις τιμές που του δίνουν, έτσι τεχνικώς, και ότι όλα αυτά θα τα εγκατέλειπε για να μείνη στην Αθήνα! ...; και ότι θα έρθη τον Αύγουστο να με ιδή. Αλλοίμονο! άδικη μοίρα γιατί να τον αγαπήσω; Γιατί ο άνθρωπος που θ' αγαπούσα να μην είνε όπως τον ωνειρεύτηκα ένα χαμίνι του Δρόμου! θάταν δικός μου έτσι. Θα ερχόταν με την ανατολή του φεγγαριού κάτω στην πόρτα μου και θα σφύραε ένα τραγουδάκι της αγάπης. Όταν του μιλούσα θα έκανε ότι δεν άκουγε και όταν δεν έβγαινα στο παραθύρι δεν θα άφηνε την πόρτα μου. Τώρα; Αγάπησα έναν άνθρωπο που καμαρώνει κάθε τι πούνε δικό του. Κάνει τον αδιάφορο για τους γύρω του μόνο όταν καταλαβαίνει ότι εκείνοι δεν είνε καθόλου αδιάφοροι γι' αυτόν. Κομπάζει σαν παγώνι για το πνεύμα του, για την εξαιρετική του φόρμα, για τον επιδεικτικό ιπποτισμό του. Τα βλέπω όλα αυτά αλλά τούτο δεν εξασκεί καμμιά επίδραση στην αγάπη μου. Όσο πειο πραγματικός μου παρουσιάζεται τόσο πειο πολύ τον αγαπώ. Κάθε τι που είνε από Κείνον, ακόμη και το σπασμένο χέρι που απόμεινε από το ανθογυάλι του, είνε ένας όρος απαραίτητος για τη ζωή μου. Είνε ωραίος; Όχι, δεν μπορεί να του δώση κανείς έναν τέτοιον χαρακτηρισμό. Είνε γοητευτικός. Τα μάτια του κείνα με το ιδιότροπο φως τους που έγγιζαν τη ψυχή μου, το γέλοιο του το ξάστερο και απλό σαν ενός μπεμπέκου, οι χειρονομίες του που μου διηγούντο ότι έχουν πέξει τα νευρικά του δάχτυλα τη ζωή και μ' εφόβιζαν τόσο, οι παράξενες καταστάσεις του που μου παρουσίαζαν έναν άνδρα ιδιότροπο, έκφυλο! Όλα αυτά έμπλεξαν στην καρδιά μου την πειο ιδανική γι' αυτόν αγάπη. Την είχε νοιώσει αναμφιβόλως και με συμπαθούσε από εγωισμό. Με κύτταζε όχι από αγάπη αλλά από φιλαρέσκεια. Κι' αυτός ήταν ο άνδρας που ωνειρεύτηκα. Γι' αυτό θυσίασα τα πάντα και η αγάπη μου σ' αυτόν μ' έκανε να πικράνω τη δυστυχισμένη τη μητέρα μου στις τελευταίες μέρες της. Υπέφερα τρομερά την εποχή εκείνη ...; πήρα την απόφασι να φύγω και εκόλαζα το ταξείδι μου με τας σπουδάς μου. Θα ανέβαλα αν ήξερα ότι τόσο άμεσος ήταν ο κίνδυνος για τη ζωή της! Μα δεν μας το είπε ο γιατρός. Εσκεπτόμουν ότι μπορούσε να διατηρηθή η κατάστασίς της και ένα μήνα και εγώ δεν μπορούσα να υπομείνω ούτε δέκα μέρες. Αλλοίμονο! Το μυστικό μου, το είχε μαντέψει και αντέτεινε τρομερά στην αναχώρησί μου. Είχα την σκληρότητα να της ειπώ ότι δεν μπορούσα να την ακούσω και ότι θα έφευγα. Καϋμένη Μαμά μου δεν θα ξεχάσω τα δάκρυά σου της προηγούμενης ημέρας πριν αφήσεις τον Κόσμο. Δάκρυα πικρά που έχυνες από λύπη ότι δεν ακουγώσουν ή για την τύχη του παιδιού Σου; Και ποιος ξέρει αν δεν επετάχυνε το θάνατό της η πίκρα αυτή. Δεν πρόφθασα να πέσω στα γόνατά της και να της ζητήσω συγγνώμη. Την αυγή και πριν την αυγή ακόμα είχε φτερουγίσει η λευκή ψυχή της. Θεέ μου, συγχώρεσέ με, Συ ξέρεις πόσο μυστικά αγαπούσα τη γυναίκα αυτή.
19 Ιουλίου
Είνε 15 ημέρες σωστές από τότε που του έγραψα και δεν μου απήντησε ακόμα. Ήλπιζα σήμερα ότι μπορούσε να είχα γράμμα του και πήγα πολύ ενωρίς στο γραφείο μου αλλά ούτε σήμερα! Θα περάση και η σημερινή μέρα με απογοήτευσι. Περνούν διάφορες σκέψεις από το κεφάλι μου. Βαρέθηκε να μου γράφη ...; μήπως είνε άρρωστος ...; μήπως ήρθε εδώ. Έπεσα και κοιμήθηκα λίγο το μεσημέρι και τον είδα στον ύπνο μου - αγαπητή μορφή του! - Ήταν άρρωστος κι' ήμουν στο προσκέφαλό του. Τίποτε δεν θυμούμαι παρά το αιώνιο μειδίαμά του που απλωνόταν στα φλογισμένα από τον πυρετό χείλη του.
22 Ιουλίου μεσημέρι
Βρίσκομαι - τι περίεργο - στο δωμάτιο ενός αξιωματικού του Ναυτικού που λείπει μακρυνό ταξείδι. Η οικογένειά του πολύ φιλική μας, από κάποια υποχρέωσι παληά, στον μακαρίτη τον πατέρα μου, με φιλοξενεί πολύ συχνά. Το δωμάτιο αυτό αναπαυτικό σαν ένας ελαστικός καναπές έχει όλα τα απαραίτητα για έναν νέον απαιτητικόν που περνάει περισσότερες ώρες στο δωμάτιό του παρά όπου αλλού. Ωρισμένως δεν θα είνε φιλάρεσκος (δεν τον γνώρισα ποτέ εκ του πραγματικού) αφού ένας μικρούτσικος κρυστάλλινος καθρέφτης μένει σε μια γωνιά κλεισμένος, μια λεπτότητα όμως χαρακτηριστική του αποδίδει το γούστο του στολισμού του δωματίου αυτού. Επάνω από το κρεββάτι κρέμεται αντί σταυρού ένα πορτραίτο νεαράς κόρης, από έργο ζωγράφου αναμφισβήτως παρμένο. Μια αφελής κεφαλή χωριατοπούλας έχει εν τούτοις κάτι τόσο λεπτό και εξιδανικευμένο, τέτοια έκφρασι στις απαλές γραμμές της, τόσο ωχρά μορφή που θα έλεγε κανείς ότι έχει αναπνεύσει τη νοσηρά ατμόσφαιρα των πόλεων και εκούρασε το βλέμμα της κυττώντας ερευνητικά. Είνε από τις φυσιογνωμίες εκείνες που αφού μας προκαλούν αμέσως, μας αφήνουν έπειτα ματαίους ερευνητάς των να πνιγόμαστε σ' ένα σκοτάδι ανεξερεύνητο, σ' ένα μυστήριο.
22 Ιουλίου βράδυ
Ήρθα βιαστική στο σπίτι μου με την ελπίδα ότι μπορούσε να μου έχουν στείλει την αλληλογραφία μου από το γραφείο μου ή μάλλον ένα γράμμα που τόσες μέρες τώρα περίμενα και η καρδιά μου χτυπούσε δυνατά στην σκέψι αυτή. Από την πόρτα ρώτησα και μου είπαν ότι μου είχαν φέρει ένα γράμμα. Ο Θεός ξέρει πως ανέβηκα τη σκάλα και με τι συγκίνησι επήρα μέσα από το σκοτεινό δωμάτιό μου το γράμμα. Στο φως είδα αλλοίμονο ότι δεν ήταν δικό του αλλά από την αδελφή μου και μου έπεσε από τα χέρια μου.
Διαβολεμένε έρωτα πόσο μας μεταβάλλεις εγωιστικούς στας κατακτήσεις σου, κάνεις ώστε να μη ζη τίποτε άλλο στις καρδιές μας παρά εσύ. Μεταμελημένη περισυνέλεξα το γράμμα της αδελφούλας μου, το φίλησα και ζήτησα συγγνώμη - έρχεται από μια καρδιά που μ' αγαπά, εσκέφθηκα, γιατί θα εδεχόμουν πειο ευχάριστο ένα γράμμα από έναν άνθρωπο αδιάφορο για μένα; Στις ίδιες πάλι υποθετικές και αμφίβολες σκέψεις γυρίζει ο νους μου και η ίδια ανησυχία με βασανίζει.
Περνάει μια εικόνα από το νου μου και με κάνει να φρίττω από οργή. Είχα γύρει στον καναπέ το κεφάλι μου ακούοντας με συγκίνησι το πιάνο της ντεμουαζέλλας της φιλικής μας κείνης οικογένειας. Πλάι μου καθόταν ο αδελφός της ο οποίος είχε πάρει την ίδια πόζα. Σε μια στιγμή αντελήφθην ότι το κεφάλι του ήταν πολύ σιμά στο δικό μου και τα μάτια του στηριγμένα στα μάτια μου ...; ω! θεέ μου επετάχθηκα έξαφνα και στα χείλη μου ασυναίσθητα επλανιώταν το όνομα του αγαπημένου μου!
Ετοιμάστηκα για να φύγω. όταν έβαζα το καπέλλο μου στο πορτ-μαντώ είδα ότι ήταν απέναντί μου και μ' εκύτταζε επίμονα με ένα ύφος εκφραστικό. Τον ρώτησα μ' ένα τρόπο σαν να τον μάλωνα γιατί με κύτταζε έτσι και μου απάντησε - για να ανακαλύψω κάποιο μυστικό που κρύβεις μέσα σου.
Όταν έφευγα μου έσφιξε πειο πολύ από ό,τι έπρεπε το χέρι μου και με καταφανή συγκίνησι ...;
23 Ιουλίου
Τίποτε και σήμερα τι κενό! θεέ μου δεν μπορώ να υποφέρω αυτή την κατάστασι της αμφιβολίας. Μια ωραία εικόνα που περνάει από το νου μου μού δίνει την πειο ωραία συγκίνησι. Τον συναντώ έξαφνα σ' έναν δρόμο όταν πηγαίνω σπίτι μου και βγάζει από την τσέπη του και μου δίνει ένα γράμμα - το γράμμα που περιμένω - το έκρυψα με τρέμοντα χέρια στην τσάντα μου. Μου προτείνει ένα περίπατο στο Φάληρο και πηγαίνω σιμά του χωρίς να μιλήσω διόλου ...; Αν είνε εδώ! ...;
25 Ιουλίου Κυριακή πρωί
Με έχουν καλέσει για όλη την ημέρα σε ένα φιλικό σπίτι. Σκέφθηκα ότι πρέπει να πάω στο Γραφείο να ιδώ για γράμμα και δεν θα πάω στην πρόσκλησι.
25 Ιουλίου Κυριακή βράδυ
Νοιώθω την ψυχή μου γεμισμένη από ένα γράμμα Του που έλαβα σήμερα. Τι παράδοξος άνθρωπος. Απαντά στο γράμμα μου έτσι με έναν τόνο απλό και στοργικό όπως θα έγραφε σε μια αδελφή του. Του είχα γράψει για ένα επεισόδιο που μου έτυχε στη θάλασσα και με ηπείλησε με κίνδυνο να πνιγώ. Μου απαντά με λίγες λέξεις: - να παύσης πεια να κολυμβάς. Τ' άκουσες; - Εφίλησα τις γραμμές αυτές με γέλοιο συμπάθειας. Δεν είνε τρυφερές και απαλές μα έχουν κάτι χαρακτηριστικό που χαϊδεύει την τρικυμισμένη ψυχή μου.
Το σημερινό απόγευμα με πήρε η θεία μου διά της βίας σχεδόν σε μια επίσκεψι. Ήταν ένα σπίτι αριστοκρατικό με κυρίες και κύριους επιστήμονας ερασιτέχνας. Μα έπληξα τόσο πολύ! Άκουα μια Δεσποινίδα Πολωνέζα διπλωματικόν υπάλληλον που μιλούσε γαλλικά πλάι μου και εδικαιολογούσα την αφηρημάδα μου πετώντας που και που μία λέξι. Σε μια στιγμή βρήκα ευκαιρία να απομακρυνθώ στο βάθος του κήπου κάτω από τα πεύκα. Μία ιδέα περνούσε από το μυαλό μου.
Θα πάρω ένα μεταγιόν και θα κλείσω μέσα τη φωτογραφία του που θα μου στείλη ...; ένα βράδυ κάτω από ένα πλατάνι τραβώντας από το λαιμό μου με περιέργεια την αλυσσίδα θα με ρωτήση τι κλείνει το μεταγιόν ...; θα φανώ αδιάφορη, "δεν έχει τίποτε" ...; και σκέπτομαι το διαπεραστικό βλέμμα του που με ένα υπερήφανο ύφος θα ερευνά στα μάτια μου ...;
27 Ιουλίου
Μου εδόθη μία ευκαρία σήμερα να εκφράσω έτσι με ζωντανά λόγια τη μυστική αγάπη που φωλιάζει μέσα μου. Η συγκίνησίς μου διαρκεί ακόμα. Είχα κοντά μου το παιδί αυτό της φιλικής μου οικογένειας για τον οποίον έχω μιλήσει. Ήρθε στο Γραφείο μου και με πήρε για να κάνωμε έναν περίπατο. Δεν του αρνήθηκα. Τον είδα πολύ ανήσυχο και ηθέλησα να δώσω τέρμα στην υπόθεσι αυτή. Γιατί να τρέφει ελπίδες για μένα; Δεν μπορούσα τίποτε να του δώσω. Στην πλατεία του Συντάγματος παρακολουθούσα κάποια ταινία Κινηματογράφου και άκουα τον φίλο μου αυτόν να μου διηγήται για την πρώτη του αγάπη. Σε μια στιγμή κάνοντας μια λοξοδρομία για παράδειγμα δήθεν μου είπε - Πως θα της έλεγα δεν Σ' αγαπώ; αν λόγου χάρι σου εκφράσω Σένα μια μεγάλη αγάπη θα μου απαντήσης "δεν Σ' αγαπώ;" - του είπα γιατί όχι; θα σου έλεγα δεν Σ'αγαπώ παρά φιλικά. Εσιώπησε, με κύτταξε λίγο επίμονα και έπειτα χαμήλωσε το βλέμμα του. Εψιθύρισε - αλήθεια; ...; και δεν υπάρχει καν ελπίς να με αγαπήσης; - Όχι! φίλε μου δεν υπάρχει ελπίς, έρχεσαι αργά - λοιπόν αγαπάς άλλον; -
Τον υποχρέωσα να μην ειπή τίποτε στο σπίτι του και του μίλησα για την αγάπη μου. Α! πόση συγκίνησι έσφιγγε την καρδιά μου! Τα χείλη μου έτρεμαν σχεδόν ...; Εσηκώθηκα πριν ανάψουν το φως και εφύγαμε. Με συνώδευσε μέχρι το σπίτι μου σιωπηλός ακούοντας λίγα λόγια που άφηνα που και που για να διακόπτουν τη σιωπή μας. Όταν με χαιρέτισε η χειραψία του ήταν πολύ ψυχρά και θυμήθηκα τη χειραψία του στο Γραφείο μου που με είχε κάνει να πονέσω!
Πίπη μου γλυκέ μου! ποτέ μου δεν σ' αγάπησα λιγώτερο από σήμερα κι' όμως πόσο νοιώθω σήμερα την ψυχή μου γεμάτη από Σένα!
28 Ιουλίου
Συναντήθηκα με δυο φίλες μου το μεσημέρι για να φάμε μαζί. Να μια μέρα αληθινής ευθυμίας! Φοιτήτριες κι' αυτές η μια της Νομικής και η άλλη της Φιλολογίας, ζουν εδώ μόνες. Εγώ τους επρότεινα να φάμε στο ξενοδοχείο που έτρωγα πάντα. Ένα ξενοδοχείο β΄ ταξ. που γεμίζει από υπαλληλικό κόσμο, μα εύκολα ασπάσθηκα τη γνώμη της μιας απ' αυτές να πάμε στο Πανελλήνιο για να ακούσωμε μουσική. Στο δρόμο εγελούσαμε συνεχώς, με κάτι ανάλατα αστεία και δεν εσκεφθήκαμε καθόλου ότι η κάθε μια είχε 10 δρχ. για να περάσωμε μέχρι την 1η του επομένου μηνός και ότι οι 10 αυτές δρχ. θα επήγαιναν για μια φορά στο Πανελλήνιο. Εμπήκαμε μέσα βγάζοντας και οι τρεις συγχρόνως τις ψάθες μας και αφού αλλάξαμε δυο τρία τραπέζια ετοποθετήθημεν απέναντι στο κονσέρτο. Επετέθημεν και οι τρεις του βιολονίστα, ενός πολύ συμπαθούς νέου ο οποίος με δυσφορία ηνείχετο την ευθυμία μας. Στο τέλος μεταμεληθείς άρχισε να χαμογελάη λίγο και να μας κυττάζη που και που κρυφά. Κύτταζα το τραπέζι μας που ήταν γεμάτο από χίλιες δυο σαλάτες και ποτήρια μπύρας και εσκεπτώμουν ότι δεν ήταν καθόλου λίγο να κατορθώνη κανείς έστω και για μια φορά τον μήνα να τρώγη σαν τον Λούκουλλο! Ε; Εβγήκαμε απένταρες αλλά χορτασμένες από φαϊ και γέλοια προ παντός. Εσκέφθηκα και τους ανεκοίνωσα ότι μπορούσα να τους δανείσω κανένα δίφραγκο γιατί είχα να επιστρέψω στον Μπακάλη 5-6 μποτίλλιες κρασιού και θα έπερνα το αντίτιμό τους!
29 Ιουλίου
Επήρα την οδό Σταδίου για να πάω σε μια φίλη μου που έμαθα ότι κινδυνεύει η Μαμά της. Ήταν ώρα περιπάτου. Ένα πλήθος κόσμου επήγαινε για το Ζάππειο. Είχα κι εγώ κάνει την εξαιρετική τουαλέττα μου σαν να επρόκειτο να παρουσιαστώ σε κανένα μεγάλο κέντρο κι' όχι να κλειστώ σ' ένα σκοτεινό σπιτάκι της οδού Ανδριανού για να ιδώ τραγικές εικόνες. Κουράστηκα να περπατώ και πήρα το τραμ "2". Είχαν ανάψει τα φώτα, το τραμ υπερπλήρες. Εξήταζα τις απέναντί μου μορφές μία-μία. Εμπήκε ένας ανθυπολοχαγός μ' ένα πούρο στο στόμα του κι' εστάθη ορθός απέναντί μου. Για να βρω δουλειά παρακολουθούσα όλες τις κινήσεις του μία-μία. Έκανε κάτι ωραίες γκριμάτσες κι' έπερνε πόζες που έκανα τη σκέψι ότι πιθανόν το πρώτο του επάγγελμα να ήταν ηθοποιός. Είχε κάτι μάτια, κάτι μάτια, πάνω σε κείνο το γεμάτο σκιές ισχνό πρόσωπό του, γεμάτα μυστήριο. Κάτω από τα σουφρωμένα φρύδια του που εσχημάτιζαν τρεις βαθειές ρυτίδες στο μέτωπο άφηναν οι βλεφαρίδες να φαίνεται μια σκοτεινή σαν άβυσσος γραμμή. Ήταν τα μάτια του. Εκάπνιζε το πούρο με μια χάρι ιδιαίτερη λες κι' ήταν σωστή η ρεκλάμα καταστημάτων σιγαρέττων. Όταν έβγαινε καπνός από το στόμα του εσούφρωνε τα χείλη του σε σχήμα δαχτυλιδιού. Επερνούσε κανένα αυτοκίνητο, έγερνε το κεφάλι προς το παράθυρο κι' άνοιγε κάτι περίεργα μάτια σαν προβολείς αυτοκινήτου. Συχνά ένας-ένας στεναγμός εσήκωνε το αδύνατο στήθος του. Τι μαύρα μάτια ωραία! Σε μια στιγμή αισθάνθηκα μια ζωηρή έκπληξι, μόνο που δεν φώναξα - α! - Τι νομίζετε έγινε; Μια κυρία επέρασε σιμά από τον αξιωματικό και την εχαιρέτισε, αυτή κάτι του είπε και κείνος εγέλασε! Τι είδα! Το γέλοιο αυτό τον μετεμόρφωσε τελείως. Εκινδύνευα να πιστεύσω ότι άλλος είχε αντικαταστήσει τον προηγούμενο αξιωματικό. Οι ρυτίδες είχαν σβήσει πεια. Τα χείλη του λεπτά είχαν διασταλή σ' ένα γέλοιο μπεμπεδίστικο και τα μάτια, ω τα μάτια του! ήταν γαλάζια και στρογγυλά! Το γέλιο του είχε φυσήσει σαν βορηάς και ξεσυννέφιασε ο ουρανός των ματιών του!
Αν ετύχαινε να αγαπήσω τον άνδρα αυτόν, θ' αγαπούσα μόνο τα μάτια του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου