στην πόρτα μου. Το βλέμμα της υγρό
γεμάτο από το απόκοσμο μεθύσι,
πλανιέται σε ασφοδέλων τον αγρό.
Τι σκέψη στη ματιά της νάχη ανθίσει,
τι ονειροπόλημα λυπητερό;
Στην όψη της σκιές έχουν μαδήσει
Κ’ είνε το στόμα της τόσο πικρό...
Μα όταν κατέβη το γαλήνιο βράδι
θα με καλέση αμίλητα, γλυκά,
να την ακολουθήσω στο σκοτάδι.
Το βήμα της βουβό και βέβαιο θάναι,
μα η πίστη μου θερμή, πως μυστικά
τα βήματά μου σένα ακολουθάνε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου