Καθώς στο δρόμο περπατούσαμε μαζί,
την έβλεπα να μου μιλάει πρόσχαρα,
κι ανυποψίαστα για το σαράκι πού χα στην καρδιά μου.
Την άφηνα, με δροσερή φωνή να χαίρεται
τη φύση και τον κόσμο, χωρίς, όπως εγώ
ν' ακούει τις φωνές απ' τα πουλάκια πού μας έβλεπαν:
-Για 'δες θάμα κι αντίθαμα πού γίνεται στον κόσμο,
τέτοια πανώρια λυγερή να σέρνει ο πεθαμένος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου