Κάτι κρέμεται στο αυτί μου
αλλά η όψη δεν είναι αληθινή.
Κόβω τα νύχια λέγοντας
σ’αγαπώ, σ’αγαπώ, σ’αγαπώ
και εκείνα ακούνε ή λές κι ακούν
κάθε μέρα με φροντίδα αγγέλου.
Μάνα, μητέρα ύλη μου
τι είναι το σωστό
τι είναι το σκοπιμότερο
τι είναι αυτό που υπηρετώ
και η σπηλιά γιατί μακραίνει στο βάθος της δύνης μου
και της ανάσας μου -της ανάσας μου
να θέλω…. να αγαπώ….. και να ποθώ.
Τα φτερά της μέρας ανοίγουν
τους δέκα ουρανούς της ευτυχίας,
όσο μακάβρια κι αν είναι η σκιά σου
ο ήλιος ο ήλιος ο ήλιος
-είναι εδώ σαν τον κοιτάζεις
Και οι άνθρωποι της βροχής
έσπρωξαν μονομιάς τη πύλη
της μιζέριας…
Μέσα απο το βάθος ερχόταν η άβυσσος
και η μαύρη θολούρα της γής και του καπνού.
Τι με περιμένει;
Το Αύριο τι καρτερεί απο εμένα;
Εμένα… και αυτούς στους πρόποδες του Κρόνου και της Ρέας;
Στο σκοτεινό παράθυρο
πάνω ψηλά διακρίνω το τσιμέντο
της αποκάλυψης
να ζείς εδώ μονάχος με ιδέες και μορφές άυλες.
Μπορεί, να ανοίξει η καρδιά εδώ;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου