(παιδί)
Ο πόλεμος άρχισε, άκου τον ήχο..
Φοβάμαι να βγω να παίξω στον κήπο,
η σκόνη αυτή, το νου μου θαμπώνει,
το κορμί μου πονάει, ραγίζει, ματώνει..
Χθες είδα σκυλιά ν’ αλιχτάνε στους δρόμους
και είδα μανάδες με παιδάκια στους ώμους.
Οι βόμβες ουρλιάζουν κι η γη σταματά.
Μανούλα, θα κλείσω τα μάτια σφιχτά…
Θα’ θελα..
Δύναμη να’ χω, τραγούδια να βρίσκω,
τις έξυπνες βόμβες στον ύπνο να ρίχνω,
σ’ αυτούς που σκοτώνουν να δώσω χαρά,
μήπως ξυπνήσουν και δουν καθαρά.
Στα συντρίμμια από κάτω ελπίδα καμιά,
μον’ ένα παιδάκι να λέει πως πεινά.
Τ’ αγγίζω, του δίνω ψωμί και νερό,
βιαστικό όμως φεύγει απ’ τον κόσμο αυτό..
Και σκέφτομαι τώρα, αυτό το παιδί
που η ψυχή του ψηλά, αργά θ’ ανεβεί..
Οι σφαίρες σχίζουν τον αέρα κι εκεί
κι ίσως ξανά αυτό χτυπηθεί..
(μητέρα)
Μικρό μου παιδί, ακούω τον ήχο
και θέλω στα χέρια μου σφιχτά να σε κρύψω.
Μην κλαίς, μη φοβάσαι, έτσι μη με κοιτάς,
μια μέρα θα’ ρθει χαρά και για μας.
(παιδί)
Μα δε θα κλείσω τα μάτια μητέρα σου λέω,
θα γκεμίσω τα παλάτια.
Και θα φοβούνται γιατί ξέρουν η φωνή μου
μπορεί να τους κάνει κομμάτια.
(γ’πρόσωπο)
Κι εσύ μικρό παιδί, που στέκεις στο σκοτάδι
να φυλάγεσαι καλά απ’ τις βόμβες κάθε βράδυ.
Δεξιά κι αριστερά να κοιτάζεις πριν να τρέξεις
και να’ σαι σίγουρο, τον πόλεμο θ’ αντέξεις…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου