Δὲν εἶναι παρὰ μιὰ
Ἀπουσία
Δένδρο νεκρὸ ποὺ τείνει
Ὤριμα χέρια μὲ ἱκεσία
Στὸν ὦμο
Ἕνα ἀκριβὸ δεῖγμα Προσδοκίας
Μπορεῖ καὶ Μάταιης ἀκόμη
Κομμάτι -χέρι
Τῆς ἄξεστης πραγματικότητας
Κομμένο ἀπ' τὸ ὑπόλοιπο σῶμα
Μὲ βία
Ξεθωράζω νοιώθοντας ἔτσι
Ἀπὸ τὴν ἀόριστη ἀνταύγεια τῆς ψυχῆς μου
Περικλεισμένος
Μὲ τὰ ἐπιφαινόμενα
Πῶς νὰ ἀποφιλοσοφηθῶ
Ἀπὸ τὶς ψεύτικες εἰκόνες τους
Σ' ἕνα "ἀλλοῦ" ἄυλο ἄστατο
Ἀπομακρυσμένο
Βαδίζω μόνος
Σπηλαιολόγων Ἐρευνῶ
Τὸ βυθὸ μου
Ἀρκεῖται
Νὰ τοποθετεῖ
Καὶ νὰ κανονίζει μόνο
Μακριὰ τὴν πετῶ
Μὲ μία ἀνώτερης ὑφῆς λεπταισθησία
Φωτεινὸς ἑρμηνευτὴς τῆς ψυχῆς μου
Μόνο
Σὲ μιὰ ἐπαίσχυντη ἀρρώστεια
Νὰ νοιώθω μόνος
Μόνο ζῶ λένε
Μόνο ζῶ
Πουπουλένιο πάπλωμα καρδιὰ
Μὲ κατοικεῖς
Κάθισμα κενὸ
Νεκρὸ δένδρο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου