και τάραξαν τον ύπνο μας, κανένας
δεν ξέρει
από πού ήρθαν ή για πού έφυγαν
αφού λεηλάτησαν το τελευταίο κάστρο
της ελπίδας κι έβαλαν φωτιές…
να κρέμεται από τις πολεμίστρες
και καθώς την έπαιζε το πρωί ο άνεμος
τη διέγραψε.
και κυνήγησε άγρια τις εποχές .
βουνοπλαγιές, να μαζεύει αγριολούλουδα
_ μικρές σταγόνες από τα δάκρυα του κόσμου _
μα είχε κάτι από την παλιά της αρχοντιά
και όλην την αξιοπρέπεια των πληγών της.
Πέρσες έμποροι καθώς περνούσαν
με βάρκα τον Ευφράτη.
ως τώρα πουθενά…
στις δύσκολες στιγμές ν’ αλλάζει ρούχα
-ακόμα και κουρέλια να φορά-
για να μπορεί να ζητιανεύει
λίγο ψωμί απ’ τους περαστικούς
και λίγο φως – όσο έμεινε !...
Μα ποιος φως θα βρουν τώρα;
Κατάντησε και αυτό
παραλλαγμένο σκοτάδι…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου