τα πέλματά μας είχαν πυροδοτήσει έκσταση. και χάναμε ηδονικά
το φως μας
όσο οι ήχοι τα μέσα μας άναβαν
τόσο τα πλήθη γύρω πάγωναν, τόσο ο ουρανός σκοτείνιαζε
κι ένας αγκώνας αίφνης πετάχτηκε να μας χωρίσει.
όλο μίκραινες, όλο αναρροφιόσουν
και σε δάγκωνα να μείνεις, ολόκληρο σ' έσερνα απ' το μανίκι
μέχρι που έφτασες να γίνεις ίσος με μια τελεία.
τα τεντωμένα μου δάχτυλα βρήκαν το ρούχο αδειανό.
κούφιο χέρι
η καημένη η μαμά σκυμμένη πνίγει ένα λυγμό
ο μπαμπάς ράβεται κοστούμι τη συγγνώμη
κι εγώ κορίτσι στα δεκαπέντε, με τις πλάτες γυρισμένες,
παρακολουθώ απ' το τζάμι τη βροχή.
κάτι είχε από καιρό συμβεί.
θυμάμαι μόνο
μπαλόνια
μαμά μπαμπά κοίτα ένα μπαλόνι, τα μπαλόνια είν' ωραία, οι άνθρωποι είν' ωραία μπαλόνια φεύγουν οι άνθρωποι φεύγουν στον ουρανό μπαλόνια στα χέρια τους μπαλόνια -
το δικό μου χέρι έμμονο, γράφει
για εκρηκτικά
με διαύγεια στο τίποτα
με ουτοπία στις φλέβες
απασφαλίζει το κάτω μου κουμπί.
το λες αυνανισμό αντιρρησία και
γελάει, το κοριτσάκι γελάει, εμείς γελάμε, είμαστε, μόνοι εγώ κι εσύ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου