στην άγονη γραμμή του παραδείσου ,
κι αν σε φοβίζει τουτη η νύχτα κι ο αχός ,
από το μεσιανό κατάρτι μου κρατήσου .
Φύκια , που `πλεξε γάσα ο αφρός ,
τιάρα θα φορέσω στα μαλλιά σου ,
και με κοράλλια που στολίζουν τον βυθό ,
ναό θα χτίσω να φυλάς τα όνειρά σου .
Άρτεμη , της ψυχής μου ομορφιά ,
πάντα παράλογα θ`ακους ότι σου λέω ,
αλλόκοτος κι αν είναι ο καιρός ,
δεν με φοβίζει , μεσοπέλαγα σαν πλέω .
Πως να σου δείξω `κείνο που κρυφό κρατώ ,
πως να μπορέσω να διαβάσω τα ονειρά σου ,
ήθελα μόνο μ` ένα βλέμμα να σου πω ,
έκανα πάλι προσευχή στο όνομά σου .
Ήχους που μορφοποίησε ο νούς ,
ψαλμούς ουράνιους και ύμνους ξεχασμένους ,
θέλει η ψυχή από το σώμα μου να βγεί ,
να ταξιδέψει σε αιώνες περασμένους .
Χωρίς πιλότο στο ταξίδεμα αυτό ,
με φάλτσο τσούρμο και αρχαίο πορτολάνο ,
ψάχνω τον εαυτό μου για να βρώ ,
μα σαν τον βρίσκω , την συνείδησή μου χάνω .
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου