Και όπως προκειμένου περί του αδάμαντος, πλησιάζοντες εις τους οφθαλμούς μας τον πολύεδρον κρύσταλλον, δυνάμεθα τότε μόνον να συλλάβωμεν την πλήρη αξίαν και καλλονήν του, διά της υπό των οφθαλμών και άλλων εισέτι αισθήσεων επιτρεπομένης κατανοήσεως της συγκροτήσεως του συνόλου του πολυτίμου λίθου, έτσι, νομίζω, ότι προκειμένου περί μιας πόλεως και της ζωής της, διά να κατανοήσωμεν και να απολαύσωμεν τας ιδιομορφίας της και την ιδιαιτέραν γεύσιν της, πρέπει όχι μόνον να βλέπωμεν, όπως από υψηλόν λόφον την πόλιν ταύτην, αλλά και εκ του πλησίον να την βλέπωμεν, απτόμενοι όχι μόνον των σωμάτων, αλλά και των συναισθημάτων των κατοίκων της, απτόμενοι και των πράξεων και των έργων των, ώστε να έχωμεν όχι μόνον θεωρήσει, μα και ζήσει την πόλιν ταύτην, είτε ανήκομεν εις τον μόνιμον πληθυσμόν της, είτε διερχόμεθα από την πόλιν, ως επισκέπται εξ εκείνων που ονομάζονται συνήθως τουρίσται.
Και η πόλις εκτείνεται και αναπτύσσεται ιδιορρύθμως. Και όπως εις μίαν σύνθεσιν συμφωνικήν, ή εις μέγα έργον αντιακαδημαϊκώς ποιητικόν, βλέπομεν να ολοκληρούται και εις την πόλιν ταύτην, ακόμη και εις τας πλέον χαώδεις στιγμάς της ζωής της, η ιδική της αρμονία. Μια αρμονία, μη υπακούουσα, μη υποτασσομένη εις καμμίαν ξένην προς τους βαθυτέρους της ρυθμούς νομοτέλειαν ή επιταγήν. Εναπόκειται εις ημάς, ή εις τους ευαισθήτους εξ ημών, να την κατανοήσωμεν και να την απολαύσωμεν.
Και η πόλις ολονέν, εκτείνεται και αναπτύσσεται και υψούται. Τα κράσπεδά της επεκτείνονται και ανά πάσαν δεκαετίαν φθάνουν μέχρι σημείων πλέον προκεχωρημένων, απωτέρων. Αλλά, όσον και αν απομακρύνωνται από το κέντρον, όσον και αν δημιουργούνται και προστίθενται, εδώ και εκεί, εις διαφόρους συνοικίας, νέα μικρότερα επί μέρους κέντρα, οι παλμοί της καρδίας της μεγαλουπόλεως φθάνουν παντού, προερχόμενοι εκ του μεγάλου κέντρου, του επικέντρου, διότι εκεί σφύζει πρώτον και αενάως το αίμα της, μεταφερόμενον ακολούθως τάχιστα, δι’ όλων [των] αρτηριών, με ίσην δύναμιν προς πάσαν κατεύθυνσιν, έστω και αν η καρδιά αυτή ευρίσκεται και λειτουργεί εδραιωμένη εις ωρισμένον αμετακίνητον και μακρυνόν σημείον, ως γιγαντιαία και θαυμαστή αντλία εκτοξεύουσα εσαεί, παντού, το ζωογόνον αίμα της.
Και ιδού που η τεραστία πόλις σφύζει ως μέγας έμψυχος οργανισμός και ζει και λειτουργεί και αναπτύσσεται, χωρίς να έχουν τόσον σημασίαν οι οιωνοί, όσον τα ανά πάσαν στιγμήν οφθαλμοφανώς γινόμενα εν τω παρόντι και τα αοράτως διά το μέλλον ετοιμαζόμενα, όπως ο σπόρος μέσα εις την γην που κατ’ αόρατον τελείως τρόπον ετοιμάζει την επερχόμενην βλάστησιν και την μελλοντικήν συγκομιδήν.
Αλλά, διά να υπάρξη μέλλον, είναι ανάγκη να προϋπάρξη το παρόν και τα εν τω παρόντι συντελούμενα, που ανά πάσαν στιγμήν καθίστανται ορατά και αισθητά, τουλάχιστον εις τους ευαισθήτους και μη αρκουμένους μόνον εις την επίσκεψιν και την απλήν θεώρησιν των χώρων που υπογραμμίζονται εις τα σοφά περί της πόλεως συγγράμματα, ή εις τους λεγομένους ευχρήστους οδηγούς, τους κυανούς ή ερυθρούς, και εις τους προχείρους χάρτας των περιηγητικών γραφείων
Ας στρέψωμεν λοιπόν την προσοχήν μας προς την πόλιν, όχι μόνον διερχόμενοι από τας οδούς της αλλά και σταθμεύοντες και εισδύοντες παντού όπου διεγείρεται το ενδιαφέρον μας, είτε από ταπεινά, μηδαμινά, είτε από επιβλητικά και πολύ μεγάλα. Τόσον τα μεν όσον και τα δε, αποτελούν συνθετικά στοιχεία εις την θαυμαστήν διάρθρωσιν μιας πόλεως, της κάθε πόλεως και συνεπώς και της πόλεως αυτής, που εκτείνεται πέριξ ημών και υψώνεται και γιγαντούται.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου