ο των αβυσοκρούσεων αστροαναχαιτήσεων τετιμημένος
ευσεβάστως αναφέρω εσπευσμένως ότι.
καλπίζονται και ανταλάσουνε τα ιδιόκτητα υπουργεία
ενφθήνως πάντως ενοικιαζόμενα
( με κάποιων ψήφων αριθμό και δημοσίως σιτιζόμενα)
και ευρυχώρως εργασιακώς αεριζόμενα
να ευωχούνται έτσι εργατών τα συνεργεία
με τραπεζίων καρεκλών μετακινήσεις
και επεξεργασμένων υπαλλήλων τας πολιτικάς ανακινήσεις.
Έχουν και κάποιο που ονομάζεται παιδείας εν κατακλίδει
( και θυσιάζει μια κατ’ έτος << Ιφιγένεια εν αυλίδι>>
εν τω τοπονυμίω του Κ προμαχούντος )
που σκύμνους των αναρριχομένων αγωγεί
με μια όντως εξωδιαστημική
και μη διερευνήσιμη από νοήμον ον μέχρι τα τώρα αγωγή.
Παραλαμβάνουνε τους σκύμνους νηπιόθεν
και εις κάδους τους σκουπίδιους τους βάζουνε κυκλόθεν
και επί έτη δώδεκα τα συναπτά
με κάδου ασχολούνται τα σκουπίδια τα ριχτά
βλέποντας εκεί του μέλλοντος το βάθος
και του εαυτού τους το σκοτάδι και που γεννηθήκαν τον λάθος.
Έτσι περνάν στη δεύτερη βαθμίδα
στην ιεραρχημένη τη φροντιστήρια πυραμίδα.
Και στους ναούς τους ιερούς της μόρφωσης της τόσης
σπίθες αναλαμπές στο που και που ανάβουν γνώσης
που φωσφορίζουν μέσα τη σκοτή παιδείας τη νυχτιά.
Μα οι της παιδείας << μεταρυθμιστές >>
στέλνουν με ντρόουν μούντζες
σε όποια της παιδείας σκέψη πολυστόχαστη βαθιά.
Κι ύστερα τα παιδιά αποφοιτούν
κατ’ άλλους δραπετεύουν
κι είναι έτοιμη η γενιά των νέων αστυσκλάβων
των εργασιακώς νοητικώς και υπαρκτικώς
του εικοστού του πρώτου αιώνα σκλάβων.
και σε πανεπιστήμια μέσα κρύβονται
μα σαν ανακαλυφτούν με φρικαλεότητες αμοίβονται.
Σε τμήματα αναγκάζονται να μπουν εικονικά
που συγγενεύουν οι διδάκτορες
ας πούμε σαν θεολογικά της Τεχεράνης
και χοιροτρόφων της Βρετάνης
συν τσαγγαράδων για μαρμαροσόλες
η τεμαχιστών των σούπερ μάρκετ
στις όχι και τόσο τρυφερές πολλάκις τις μπριζόλες
και κει τους βγαίνει το λαδάκι
για το μικρό που κάνανε να σπουδάξουνε λαθάκι.
Κι αν δουν κανέναν από παιδεία κάτι να γροικά
σε υψίστης ασφαλείας τον μεταφέρουν να κάνει διδακτορικά
κι αφού τον εξαντλήσουνε
κάθε καλή έννοια και σκέψη του εκφυλίσουνε
και καρπωθούνε της ψυχής του το ολοκαύτωμα
σαν πιάσει τα σαράντα
φέρνουν το δήμαρχο τη μπάντα
και με μια ακαταλόγιστη ακατονόμαστη ηρεμία
του εύχονται καλή του σταδιοδρομία.
Μόνο που το παληκάρι τότε- και γέρος τώρα -
στον ύπνο του πια παραμιλάει
κι απ’ το ξημέρωμα
πιάνει ένα παγκάκι μες το πάρκο μασώντας πασατέμπο και γελάει...
Μόνο όσοι της Άρτας το γεφύρι το γκρεμίζουν και το κτίζουνε
κι εκείνο το συναρμολογούμενο το παζλ τον παρθενώνα
βγάζουν τον πονηρούσιο άρτο.
Κι αν είχαμε το χρήμα που έχει ξοδευτεί απ ’τους αργόσχολους
στης Αθηνάς απάνω την ποδιά
χίλιους πολιτισμούς του Περικλή ακόμα θα δημιουργούσαμε
και κάποια γνώση περισσότερη θα δίναμε
στ’ αμόρφωτα του σήμερα του Γένους μας παιδιά.
Και βέβαια όσοι έχουνε μπάρμπα σ’ εξουσία
δε θα χρειαστεί του απόδημου να πάρουν τη βαλίστα
όλο και κάπου διευθυντής
και κάπου υπουργός πρωθυπουργός
θα πιάσει το παιδάκι τους δουλίτσα.
με πρέπει να καταλάβει κάποτε
η χώρα εκεί πάνω του Αχωρήτου
εδώ έχει μετατραπεί σε χώρα του κάτω Απροχωρήτου.
Με αιώνια αφωσίωση σε σας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου