Μαραμένη η αγκαλιά, απρόσιτη.
Βρόχινη η γαλήνη, άβολα περπατά μονάχη.
Το πεπρωμένο άδειο, γκρίζο το κάστρο ερειπωμένο,
χωρίς μουσική, κι απρόσμενα τα όνειρα δραπέτευσαν.
Βυθισμένη στην ασπρόμαυρη ρουτίνα,
δεν το πρόσεξε, μπάλωνε μια τρύπια τσέπη.
Συντετριμμένο το παράτολμο χάδι, βαδίζει ανικανοποίητο.
Απρόσεχτη η αρωματισμένη ντροπή κοκκινίζει,
την υποψιάστηκαν, απέτυχε, λυπημένη φεύγει.
Η ρωγμή της βαθιά, ακίνητη η ζωή σκληρή,
βράχος δαρμένος από τα κύματα της επιθυμίας,
κοιτάζει το πέλαγος, το μέλλον χωρίς ορίζοντα.
Ζηλεύει το θρίαμβο του απρόσκλητου βέλους.
Θυμάται απελπισμένη, όνειρο ή εφιάλτης.
Η πληγή ρέει άφθονο έρωτα, τα φιλιά πύρινα, τα χάδια αρίφνητα.
Περαστικό το σύννεφο της ηδονής, ζάχαρη η βροχή του.
Τρομάζει στην πρώτη ηλιαχτίδα, απομακρύνεται.
υπακούει στη δέλτο του πρέπει, η δόξα της συννέφιασε.
Στην έρημο η βροχή έχει νόημα;
Και η όαση ίσως οφθαλμαπάτη...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου