Αδελφή μου,
δεν είμαι πια ποιητής
δεν καταδέχομαι νάμαι ποιητής.
Είμαι ένα πληγωμένο μυρμήγκι
που έχασε το δρόμο του
μες στην απέραντη νύχτα.
Αναδεύω την τέφρα
των πυρπολημένων Απριλίων
και δε βρίσκω μια σπίθα
για ν' ανάψω την αρχαία θερμάστρα.
Εσύ εζύγησες
τους θησαυρούς των αιώνων
μες στη λεπτή παλάμη σου.
Εσύ εγκρέμισες τα όρη
όπου αναπαύονταν οι ποιητές.
Κ' εγώ δεν είμαι πια ποιητής.
Το ξέρω,
οι ποιητές
δε ρυπαίνουν με δάκρυα
τις κρυστάλλινες πολιτείες.
Αγρυπνούν
με το βλέμμα τους ίσο κι αθόλωτο
για να μετρούν
τις φρικιάσεις του φωτός
και τους παλμούς του σύμπαντος.
Όμως εγώ,
αδελφή μου, αγρυπνώ
μετρώντας τους παλμούς
και την ανάσα σου.
Στυλώνομαι, πύργος νυχτός,
μες στην ακατανόητη βοή
των διασταυρουμένων κεραυνών
κι αγγίζω αδίστακτος τα ξίφη.
Οι αψίδες του φωτός κατέρρευσαν
κάτω απ' τα βλέφαρα σου.
Τίποτ' άλλο δε ζει
έξω απ' τον πένθιμο κύκλο
που χαράζουν στην πλάση τα μάτια σου.
Δε θέλω
τα τύμπανα των θριάμβων
να αναγγέλλουν τη δόξα μου
μες στα δάση της άνοιξης.
Το δικό σου χαμόγελο
μου φτάνει.
Η κρήνη των ματιών σου
μπορεί να ποτίσει τη δίψα μου
και ν' ανθίσει τη ζωή μου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου