Άρπαγες πουλιά
πήρανε απο πίσω το φεγγαρι,
αθώρητα, χωρίς λαλιά
την ώρα που έστελνε βαθειά,
στης σκέψης την απόγνωση,
μια στάλα αντηλιά.
σαΐτες τα φτερά,
πανω στη γύμνια της ψυχής
νύχια γαμψά ξεθύμαναν,
ψάρι που άστραψε
κάτω απ'το κύμα ανέμελο,
σαΐτεψαν.
πάνω στην ώρα που
στερέβανε τα δάκρυα
'μπρός στον θολό καθρέφτη,
εκεί που η ελπίδα
πίσω απο την αιώνια προσμονή
επάσχιζε να φέξει
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου