Νίκος Καρούζος
Τώρα θα μείνουμε δυο δέντρα
το ένα απέναντι απ' το άλλο.
Θα μας διασχίζει ένας δρόμος μακρύς κι έρημος
γεμάτος ξένα βήματα:
Θα μας διασχίζει ο ίδιος ο κόσμος
με όλο το πέτρινο πένθος του.
Θα κοιτιόμαστε κάθε άνοιξη και
εκβιαστικά άνθη θα μας βαραίνουν.
Τα καλοκαιρινά έντομα
θα παρεισφρύουν στα βλέμματά μας κοροϊδεύοντας.
Το φθινόπωρο, κάθε φθινόπωρο,
θα βλέπει ο ένας τον άλλον να γδύνεται΄
θα απλώνουμε τα κλαδιά μας
να αγγιχτούμε
και θα μας κλαδεύουνε τα δημοτικά συνεργεία
και τους χειμώνες πια,
άδικα θα ικετεύουμε της θύελλας το ξερίζωμα,
άδικα, τον ακαριαίο ύπνο του παγετώνα.
Το χιόνι θα πέφτει ανώδυνο,
θα πέφτει ωφέλιμη η βροχη,
οι κεραυνοί θα μας αγνοούν για ύψη αλώβητα.
Η άσφαλτος όπως πάντα
θα μας ματώνει ύπουλα.
Θα μας βρωμίζουν τα πουλιά
και οι ερωτευμένοι θα μας χαράζουνε.
Θα μας λιπαίνει η ίδια μας η φθορά.
Και έτσι θα υπάρχουμε.
Εγώ κι εσύ,
με έναν δρόμο ανάμεσα.
Θα είμαστε πάντα χρεωμένοι στον άνεμο
για τον απόηχο των λυγμών.
Θα είμαστε πάντα χρεωμένοι στον άνεμο.
Κανείς δεν φαντάζεται πόσο πεθαίνουν να σμίξουν δυο δέντρα.
Κανείς δεν ξέρει να κάνει δυο δέντρα σαν κι έμας να αγκαλιαστούν.
Και δεν υπάρχει άλλη λύση:
Πίσω σου είναι ένα παράθυρο, μ' ένα γλαστράκι
τόσο ασήμαντα ήσυχο και τόσο κοντινό,
ένα γλαστράκι απ' αυτά που φέρνουνε τη λήθη.
Κοίτα από εκεί, κι εγώ
θα σε μισήσω που με ξέχασες,
θα τσαλακώσω την ψυχή μου
στον πλαστικό μανδύα της ανθοδέσμης
που θα κρατάει καποιος περαστικός.
Ομως μην τρέμεις
ύστερα μακριά μου,
-θα είναι όλα αργά-
να μην σκεφτείς
πως δεν υπήρχε ο δρόμος,
πως δεν υπήρχε άλλος κανείς,
ούτε και πως δεν ήμασταν,
γιατί δεν είμαστε,
δέντρα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου