Ήσουν λευκό χαρτί, αγνό από ακριβό μπλοκάκι
σ' έκοψε χέρι παγερό με κοφτερό χαράκι
Σε χέρια έπεσες πολλά κι όλλοι γραμμές τραβούσαν
να γράψουν δεν ξέραν καλά γι' αυτό και σε πονούσαν
Έφτασε κάποτε στιγμή που χώρος δεν υπήρχε
είχε γεμίσει το χαρτί μ' ό,τι ο καθένας είχε
Με κόπο εσύ κράτησες λευκές δυο τρεις γωνιές
σ' ένα καθρέφτη στάθηκες κοιτάς τις μουτζουριές
Πήρες μια γομολάστιχα και άρχισες να σβήνεις
και τούτα τα τετράστιχα επάνω σου αφήνεις
Δεν φεύγουν όλα όμως με μιας σημάδια έχουν μείνει
σταμάτα πια να τα κοιτάς γιατ' ήρθε πια γαλήνη
Τώρα από πάνω γράψαμε τραγούδια και μορφές
όλα μαζί τα θάψαμε χαράγματα του χτες
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου