φεγγάρια είχαμε χρυσά στην παιδική ψυχή μας
ιριδοστάλες του ουρανού οι σκέψεις μας οι βλάχες
δεμένη στο ηλιόφωτο και πάμφωτη η ζωή μας.
μ’ αστρόσπαρτα διαμαντικά τοπάζια και ζαφείρια
για τις αγάπες φτιάχναμε πολύτιμα γιορτάνια
στου Κένταυρου στου Ωρίωνα ψηλά τα παραθύρια.
του γκιώνη αδελφοκάλεσμα ψυχής ιερό ήταν δέος
κι άνοιγε η φύση τ’ άδολα παρθενικά φτερά μας
τη φαντασία στόλιζε πέπλος ένας νυμφαίος.
της πολιτείας σκοτεινή παθών επιθυμία
και προτιμάει σκοταδισμό αντί για φως να βάνει
κι αντί για φύσης λευτεριά πολίτεια αθυμία.
την ένοχη των χειμαδιών βαλίτσα μου ετοιμάζω
πάει καιρός που λάλησε μετάνοιας αλεκτόρι
του αστού τώρα τα ψεύτικα τα άδικα σπουδάζω.
Και με εικόνες άψυχες τις χειμωνιές περνάω
χιονονυφάδας χάθηκε παλιό το παραμύθι
μόνο με νου ένα μυστικό στ’ ανάραχα γυρνάω
στο μυθολόγημα ως να μπει το τελευταίο επιμύθι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου