καὶ δὲν μὲ ἀναγνωρίζει κανεὶς
Ἡ μητέρα μου,
ὁ πατέρας, ἡ ἀδελφή μου,
μὲ κοιτάζουν μὲ ἀπορία
Ῥωτοῦν «ποιὸς εἶστε κύριε!»
Κλειδώνομαι στὸ δωμάτιό μου,
ἀνοίγω τὴ ντουλάπα,
κι ἀντικρύζω σὰν σφάγια σὲ κρεοπωλεῖο,
κρεάτινα κοστούμια κρεμασμένα
Παίρνω φορῶ τὸ τετριμμένο μου σαρκίο,
τακτοποιῶ ἐντόσθια, μυελό,
γίνομαι πάλι ‘Λάρρυ.’
τί εἶναι ‘αὐτὸ’ ποὺ ντύνεται μὲ σκέψεις καὶ σάρκες;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου